Η
τελευταία επίσκεψη του υπουργού εξωτερικών κου. Νίκου Κοτζιά στην Τεχεράνη, ο
οποίος μάλιστα συνοδευόταν από πολυπληθή ομάδα επιχειρηματιών, έδωσε αφορμή για
μία ακατάσχετη σεναριολογία για τις
τεράστιες ευκαιρίες που περικλείει το αναμενόμενο άνοιγμα της ιρανικής αγοράς,
ιδιαίτερα στον ενεργειακό τομέα, για την Ελλάδα. Έτσι διατυπώθηκαν δεκάδες
εικασίες όπως λ.χ. για το πώς το Ιράν σύντομα θα κατακλείσει την Ευρώπη με
φυσικό αέριο που θα διοχετεύσει μέσω Ελλάδος, αναδεικνύοντας την χώρα μας για
μία ακόμη φορά (στις εκατοντάδες που έχουν προηγηθεί) ως «ενεργειακό κόμβο»
τεράστιας εμβέλειας, ως και την εξαγορά από την κρατική εταιρεία πετρελαίου του
Ιράν
NIOC
μεγάλου
πακέτου μετοχών στα «Ελληνικά Πετρέλαια» έναντι προμήθειας αργού (κάτι που
επίσημα διέψευσαν με σχετική ανακοίνωσή
τους τα ΕΛΠΕ), η την διύλιση σε Ελληνικές διυλιστικές μονάδες τεράστιων
ποσοτήτων Ιρανικού πετρελαίου προς διοχέτευση στην διεθνή αγορά, και άλλα τινά
φανταστικά σχέδια ο αριθμός των οποίων δεν έχει τέλος.
Η
διάψευση όλων των ανωτέρω προσδοκιών τόσο από Ελληνικής όσο και από Ιρανικής
πλευράς και η προσγείωση στην πεζή πραγματικότητα δεν σημαίνει ότι το Ιράν των
τεραστίων αποθεμάτων υδρογονανθράκων δεν κρύβει σημαντικές ευκαιρίες για τις ελληνικές
εταιρείες. Θα πρέπει όμως να δούμε τα πράγματα στις πραγματικές τους διαστάσεις
και όχι να παρασυρόμαστε από σχέδια επί χάρτου, και ευσεβείς πόθους και
συναισθηματισμούς. Για αυτό θα πρέπει να μπούμε στον κόπο να εξετάσουμε τα
πραγματικά δεδομένα τόσο στο επίπεδο αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου
και των σχετικών εξαγωγικών ενεργειακών ροών όσο και σε επίπεδο διμερών
εμπορικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδος και
Ιράν αλλά και στο πλαίσιο της Ε. Ε.
Θα
ξεκινήσουμε δε από την τελευταία αφού λόγω της συμμετοχής μας ως πλήρους μέλους
της ΕΕ, η Ελλάδα τον Απρίλιο του 2012, αναγκάσθηκε μαζί με όλα τα άλλα
Ευρωπαϊκά κράτη, να σταματήσει να προμηθεύεται αργό πετρέλαιο από το Ιράν λόγω
των επιβληθέντων κυρώσεων, αρχικά από τις ΗΠΑ και κατά ακολουθία – και υποταγή
– από την Ε. Ένωση. Μέχρι τότε και για περισσότερο από 30 χρόνια τα Ελληνικά
διυλιστήρια προμηθεύονταν από το Ιράν ένα σημαντικό μέρος των αναγκών τους σε
αργό το οποίο κάλυπτε μεταξύ 30-40% των πετρελαϊκών εισαγωγών της χώρας και
αντιστοιχούσε περίπου στο 5.0-7.0 εκατ. τόνους κατ’ έτος. Το οικονομικό πλήγμα
για τους Ελληνικούς διυλιστηριακούς ομίλους τότε ήτο βαρύ γιατί απώλεσαν
αίφνης την πρόσβαση σε πρώτης ποιότητας
αργό, η διύλιση του οποίου αποφέρει πολλά κλασματικά μερίδια (πολλά περισσότερα
σε σύγκριση με άλλες ποικιλίες αργού) ενώ η προμήθεια εγίνετο με πολύ ευνοϊκούς
οικονομικούς όρους (ιδιαίτερα ανταγωνιστικές τιμές και μεγάλη πίστωση χρόνου).
Άρα εάν κάτι προέχει για την Ελλάδα σήμερα στο πλαίσιο της αναθέρμανσης των
οικονομικών και εμπορικών σχέσεων είναι η επανάληψη προμηθειών Ιρανικού αργού.
Κάτι που ασφαλώς δεν εξαρτάται από την Ελλάδα αλλά από την άρση των Ευρωπαϊκών
κυρώσεων, ενδεχομένως την άνοιξη του 2016.
Με
την άρση των κυρώσεων για τις εξαγωγές αργού θα πρέπει να υπάρξει ταυτόχρονα
επανασύνδεση του τραπεζικού συστήματος του Ιράν με το αντίστοιχο διεθνές μέσω
της υπηρεσίας
SWIFT, διαφορετικά δεν έχει νόημα η απελευθέρωση των εξαγωγών. Μόλις
αποκατασταθεί η εν λόγω τραπεζική λειτουργία το Ιράν θα επιδιώξει την είσπραξη
των οφειλόμενων σε αυτό ποσών κυρίως από τα Ευρωπαϊκά διυλιστήρια, ένα όχι
ευκαταφρόνητο ποσό της τάξης των 8.0 με 12 δισεκ. δολαρίων σύμφωνα με
εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς. Με τα συναλλαγματικά αποθέματα του Ιράν να
έχουν υποστεί μεγάλη καθίζηση τα τελευταία τρία με τέσσερα χρόνια είναι
προφανές ότι η Τεχεράνη θα επιδιώξει με κάθε τρόπο την εισροή συναλλάγματος από
εξαγωγές παρά την ανάληψη επενδύσεων στο εξωτερικό σε διυλιστήρια ή άλλες
παρεμφερείς μονάδες. Προ της επιβολής κυρώσεων το 2012 το Ιράν εξήγε 2.2 εκατ.
βαρέλια την ημέρα ενώ σήμερα οι εξαγωγές μόλις που φθάνουν το 1.1 εκατ. βαρέλια
την ημέρα. Με μία κατανάλωση να φθάνει το 1.7 εκατ. βαρέλια την ημέρα το Ιράν
μέσω ενός πλέγματος 8 διυλιστικών μονάδων καλύπτει σχεδόν το σύνολο των
εγχωρίων του αναγκών. Όπως εξάλλου μας ενημέρωσαν καλά πληροφορημένες πηγές
στην Τεχεράνη άμεσος στόχος της
NIOC, μόλις αρθούν πλήρως οι κυρώσεις, θα είναι η
επανασύνδεση του Ιρανικού πετρελαϊκού συστήματος με το διεθνές και η
μεγιστοποίηση των εξαγωγών.
Σε
ότι αφορά δε το φυσικό αέριο το Ιράν το
οποίο διαθέτει τα μεγαλύτερα αποδεδειγμένα αποθέματα παγκοσμίως (εκτιμώνται στα
34.0 τρισεκ. κυβικά μέτρα, ανώτερα από αυτά της Ρωσία, ΗΠΑ κλπ.) έχουν ενδιαφέρον ορισμένα στοιχεία ως προς
την δομή της εσωτερικής του αγοράς η οποία καταναλώνει περί τα 175
δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (
bcma) ετησίως με προοπτική αυτή να φθάσει τα
280
bcmμέχρι το 2020. Το εσωτερικό δίκτυο διανομής του Ιράν, το μεγαλύτερο
σε όλη τη Μέση Ανατολή, βασίζεται σε 22,000 χλμ. αγωγών υψηλής πίεσης και άνω
των 200,000 χλμ. κλάδων και αστικών δικτύων. Η ετήσια παραγωγή το 2014, βάσει
πρόσφατων στοιχείων της
Iranian
National
Gas
Company (
INGC) διαμορφώθηκε στα 220
bcm με προοπτική αυτή
να φθάσει τα 340
bcmτο 2020. Σήμερα το Ιράν εξάγει
περίπου 25.0
bcm αερίου κύριο προορισμό την Τουρκία (10.0
bcm), την Αρμενία
(1.0
bcm) και το Ιράκ (14.0
bcm). Άμεσος στόχος, ιδίως τώρα που θα αρθούν
οι κυρώσεις, είναι όπως οι εξαγωγές αυξηθούν σταδιακά στα 60-90
bcmμε ημερομηνία
στόχο το 2020.
Όπως μας ενημέρωσαν υψηλά ιστάμενα στελέχη της
NIGC, κατά τη διάρκεια
πρόσφατης επίσκεψης μας στην Τεχεράνη, η νέα στρατηγική της Ιρανικής κυβέρνησης
είναι η διαφοροποίηση του εξαγωγικού προσανατολισμού. Αυτό σημαίνει ότι πέρα
της στόχευσης για μεγαλύτερο όγκο εξαγωγών προς ανατολάς, δηλ. Πακιστάν, Ινδία,
Κίνα, - κάτι όμως που μέχρι στιγμής δεν είχε καταστεί δυνατό αφού υπό την πίεση
των ΗΠΑ, το Πακιστάν δεν ολοκλήρωσε τον διασυνδετήριο αγωγό με το Ιράν- τώρα
υπό το φως των νέων εξελίξεων η
NIGC καλείται να επαναπροσδιορίσει την εξαγωγική πολιτική
προς την Ευρώπη. Αυτό σημαίνει όμως ότι σε ένα πρώτο στάδιο θα πρέπει να
υπάρξει συμφωνία μεταξύ Τεχεράνης και Άγκυρας για την δημιουργία ενός
transit
regime μέσω Τουρκίας, ένα θέμα για το οποίο μέχρι τώρα έχει αντιδράσει
έντονα η Τουρκική κυβέρνηση, η οποία επιθυμεί να ελέγχει αυτή αποκλειστικά τη
ροή του αερίου προς την Ευρώπη, μέσω της κρατικής
BOTAS, όπου ως γνωστό πωλεί ένα Τουρκικό
basket (που αποτελείται
από ένα μίγμα Ρωσικού, Αζέρικου – Ιρανικού και Νιγηριανού
LNG αερίου), όπως ήδη
πράττει στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου η ΔΕΠΑ ήδη από το 2007 εισάγει
0.75
bcm κατ’ έτος μέσω του Ελληνο-Τουρκικού διασυνδετήριου αγωγού.
Ως αποτέλεσμα αυτής της προβληματικής κατάστασης, κυρίως λόγω Τουρκίας,
άμεσος στόχος για την Τεχεράνη είναι να προωθήσει την δημιουργία μονάδων
liquefactionγια παραγωγή και εξαγωγή ικανών ποσοτήτων
LNG. Το 2007 είχε ήδη
δρομολογηθεί η κατασκευή δύο μεγάλων ξεχωριστών
complex στον λιμένα
Tombak πλησίον της παραγωγικής βάσης της
Assaluyeh στον Περσικό
Κόλπο. Λόγω των ανωτέρω αντικειμενικών δυσκολιών ο
εξαγωγικός προσανατολισμός της Τεχεράνης κατά το μεσοδιάστημα υποχρεωτικά
περιορίζεται προς Ανατολάς και στις διεθνείς αγορές μέσω
LNG. Άρα
ένας ενδεχόμενος ρόλος της Ελλάδας ως εφαλτήριο για εξαγωγές Ιρακινού φυσικού αερίου προς την
Ευρώπη θα πρέπει να αποκλεισθεί σε αυτό το στάδιο. Στο μόνο που μπορεί να ελπίζει
η Ελλάδα είναι η εισαγωγή περιορισμένων ποσοτήτων ιρανικού αερίου (0.5-1.0
bcm) και
υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξουν ανταγωνιστικές τιμές και θα συναίνεση η
Τουρκία.
Εν όψει των ανωτέρω απόλυτα ηλεγμένων στοιχείων καλό θα ήτο οι ιθύνοντες στον
Ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών αλλά και στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και
Ενέργειας να μελετήσουν ενδελεχώς και ενδεχομένως να επανεξετάσουν τους όποιους
σχεδιασμούς τους αναφορικά με την Ελληνο-Ιρανική συνεργασία στον ενεργειακό
τομέα. Το Ιράν είναι πράγματι μία χώρα με τεράστια αποθέματα υδρογονανθράκων
αλλά και με πολύ προχωρημένο εγχώριο τεχνολογικό
know-
how σε πάρα πολλούς τομείς. Η
Ελληνική πολιτεία και οι εδώ επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές
στην διατύπωση και επιδίωξη επενδυτικών σχεδίων
και εμπορικών συναλλαγών. Το Ιράν δεν είναι μία τόσο παρθένα αγορά όπως αρκετοί
δήθεν εμπειρογνώμονες διατείνονται.
Πηγή energia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου