Μέσα σε μια εξαιρετικά δύσκολη οικονομική συγκυρία, η ΔΕΗ ολοκληρώνει την πρώτη φάση του εκσυγχρονισμού του δυναμικού ηλεκτροπαραγωγής της στο διασυνδεδεμένο σύστημα (ηπειρωτική χώρα και συνδεδεμένα νησιά), με την ολοκλήρωση της κατασκευής νέων, σύγχρονων και φιλικών προς το περιβάλλον μονάδων ηλεκτροπαραγωγής, κυρίως φυσικού αερίου, σε αντικατάσταση παλαιών μονάδων οι οποίες έχουν ήδη αποσυρθεί. Σε δεύτερη φάση, κατασκευάζεται η νέα υπερσύγχρονη λιγνιτική μονάδα Πτολεμαΐδα V και αναβαθμίζονται περιβαλλοντικά κάποιες από τις υφιστάμενες λιγνιτικές μονάδες ώστε να συμμορφώνονται πλήρως με τους αυστηρούς περιβαλλοντικούς όρους των ευρωπαϊκών οδηγιών.
Την ίδια στιγμή σημαντικές αλλαγές λαμβάνουν χώρα στην ενεργειακή αγορά, που επηρεάζουν όλους όσοι συμμετέχουν, και απαιτούν επαναπροσδιορισμό στόχων και στρατηγικής. Ενδεικτικά αναφέρουμε:
(α) Τη σημαντική διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής, σε συνδυασμό με τη στασιμότητα της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, που δημιουργεί συνθήκες υπερεπάρκειας προσφερόμενης ισχύος σε σχέση με τη ζήτηση.
(β) Τις αυστηρότατες περιβαλλοντικές απαιτήσεις των ευρωπαϊκών οδηγιών, τόσο για τις μεγάλες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής του διασυνδεδεμένου συστήματος όσο και για τις μικρότερες μονάδες στα νησιά, όπου από το 2025 και μετά ο πήχυς των περιβαλλοντικών επιδόσεών τους ανεβαίνει πρακτικά στα ίδια επίπεδα με αυτόν των μεγάλων μονάδων.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η επέκταση του διασυνδεδεμένου συστήματος για την τροφοδότηση και των νησιών αποτελεί εθνική στρατηγική προτεραιότητα, εφόσον με τον τρόπο αυτό θα επιτευχθεί τριπλός στόχος:
(i) αυξημένη ασφάλεια τροφοδοσίας των νησιών, (ii) σημαντικά μειωμένο κόστος ηλεκτροπαραγωγής, και (iii) βελτιωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, τόσο λόγω της μειωμένης κατανάλωσης μαζούτ και ντίζελ στην παραγωγή όσο και λόγω της περαιτέρω -λελογισμένης φυσικά- ανάπτυξης των ΑΠΕ.
Ειδικότερα, η ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης με το ηπειρωτικό σύστημα αποτελεί τη νέα μεγάλη πρόκληση, ύστερα από την ήδη υλοποιούμενη διασύνδεση των Κυκλάδων. Οι εναλλακτικές τεχνοοικονομικές λύσεις για την πλήρη κάλυψη των αναγκών σε ηλεκτρική ενέργεια της Μεγαλονήσου είναι αρκετές, ενώ η επιλογή και υλοποίηση της βέλτιστης λύσης θα απαιτήσει σημαντικό χρονικό διάστημα λόγω των τεχνικών δυσκολιών αλλά και του μεγέθους του εγχειρήματος. Ηδη, οι διάφορες προτάσεις αναφέρονται σε υποβρύχια διασύνδεση ισχύος 1.000 MW και άνω, η οποία θα υπερκαλύπτει τις ανάγκες της Κρήτης και θα δημιουργεί προϋποθέσεις και για επέκταση της διασύνδεσης προς άλλα νησιά. Είναι αναγκαίο και ζητούμενο, επομένως, να εφαρμοστεί μια ενδιάμεση λύση η οποία αφενός θα καλύψει σημαντικό κομμάτι της ζήτησης με τον οικονομικότερο τρόπο και αφετέρου θα είναι λειτουργική και χρηστική και στη φάση της πλήρους διασύνδεσης του νησιού, όταν αυτή ολοκληρωθεί.
Στο παραπάνω πλαίσιο προτείνεται η άμεση ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης με ισχύ της τάξης των 250-300 MW, έτσι ώστε να καλύπτεται πλήρως το φορτίο βάσης του νησιού σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Με αυτή τη λύση το νησί θα τροφοδοτείται με ασφάλεια από την περίσσεια ισχύος του διασυνδεδεμένου συστήματος, σε τιμές σχεδόν τρεις φορές χαμηλότερες από το τρέχον κόστος ηλεκτροπαραγωγής στην Κρήτη. Αυτό σημαίνει πολύ μεγάλη εξοικονόμηση κόστους, της τάξης των 150-200 εκατ. τον χρόνο, η οποία επιπλέον θα βελτιώσει την ασφάλεια τροφοδοσίας του νησιού, αλλά και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της ηλεκτροπαραγωγής στην Κρήτη. Πρόκειται για τη βέλτιστη «ενδιάμεση λύση» (μέχρι την πλήρη διασύνδεση του νησιού), εφόσον μπορεί να υλοποιηθεί γρήγορα και οικονομικά με την πόντιση υποβρυχίου καλωδίου από τη Νότια Πελοπόννησο προς τη Βορειοδυτική Κρήτη (με βάση και τις υπάρχουσες προμελέτες), σε συνδυασμό με μια λελογισμένη αναβάθμιση του συστήματος μεταφοράς στην Πελοπόννησο και την Κρήτη, η οποία είναι ούτως ή άλλως απαραίτητη.
Ως προς τον απαιτούμενο χρόνο υλοποίησης, το έργο θα μπορούσε να ολοκληρωθεί ακόμη και μέσα σε τρία έτη από τη στιγμή που θα αποφασιστεί.
Οσον αφορά τα οικονομικά μεγέθη, το ύψος της επένδυσης θα καλυφθεί εντός λίγων μόνο ετών από τις υφιστάμενες επιβαρύνσεις για Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) που αντιστοιχούν στην Κρήτη. Μετά την απόσβεση, θα επέλθει αντίστοιχη σημαντική μείωση των ΥΚΩ, άρα και των τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας για τους τελικούς καταναλωτές. Ταυτόχρονα θα αποφευχθούν δαπανηρές επενδύσεις για προσθήκη ισχύος στην Κρήτη μέσα στα αμέσως επόμενα χρόνια – επενδύσεις που θα λειτουργούσαν για περιορισμένο χρονικό διάστημα μέχρι την πλήρη διασύνδεση.
Αξίζει να αναφερθεί στο σημείο αυτό ότι αντίστοιχες λύσεις για την κατ’ αρχήν κάλυψη του φορτίου βάσης έχουν προκριθεί ως βέλτιστες και έχουν υλοποιηθεί και σε πλήθος άλλων νησιών διεθνώς. Με βάση τα ανωτέρω, θεωρούμε ότι η υλοποίηση της προαναφερθείσας «ενδιάμεσης λύσης» για την ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης με το ηπειρωτικό σύστημα θα έχει πολλαπλά οφέλη για τους τελικούς καταναλωτές και την οικονομία.
* Ο κ. Ι. Κοπανάκης είναι γενικός διευθυντής Παραγωγής – ΔΕΗ Α.Ε.
** Η κ. Δ. Κρομπά είναι διευθύντρια Κλάδου Στρατηγικού Σχεδιασμού Διεύθυνσης Στρατηγικής – ΔΕΗ Α.Ε.
(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24/01/2016)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου