Τόσο το φιάσκο με την πολυθρύλητη ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ, όσο και η πλήρης αδυναμία από πλευράς κυβέρνησης για ένα στοιχειώδη έλεγχο των τιμών καταναλωτή σε ηλεκτρισμό και φ. αέριο, έχουν σοβαρές επιπτώσεις στη δημιουργία των προϋποθέσεων που θα οδηγήσουν την οικονομία σε μία ανάκαμψη. Η διαπίστωση αυτή δεν περιέχεται σε κάποια περισπούδαστη νέα μελέτη του ΟΟΣΑ, της Ε.Ε. ή του ΔΝΤ, αλλά συζητείται ευρέως ανάμεσα σε βιομηχανικούς και τραπεζικούς κύκλους οι οποίοι παρατηρούν σε καθημερινή βάση τις αρνητικές επιπτώσεις τόσο από την ακινησία όσο και από τις εσφαλμένες πολιτικές της κυβέρνησης σε όλα τα επίπεδα και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στον τομέα της ενέργειας.
Μπορεί η ενέργεια ως οικονομική συνιστώσα και κύκλος εργασιών ν’ αντιστοιχεί μόνο στο 4.0% του ΑΕΠ (πάντως όχι ένα ευκαταφρόνητο νούμερο σε σύγκριση με άλλα μεγέθη όπως λ.χ. τουρισμός, γεωργία), η σημασία της όμως στη διαμόρφωση του εθνικού οικονομικού προϊόντος είναι πολύ μεγαλύτερη καθ’ ότι η δραστηριότητα στο χώρο και οι τιμές των προϊόντων (δηλ. πετρέλαιο, ηλεκτρισμός, φ. αέριο, λιθάνθρακας) επηρεάζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τη συνολική επιχειρηματική δραστηριότητα και οικονομικό κλίμα της χώρας. Ένα κτυπητό παράδειγμα είναι η συμμετοχή του ισοζυγίου καυσίμων – τα οποία είναι 99.7% εισαγόμενα – στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών που για το 2012 έφθασε στο επίπεδο ρεκόρ του 52%, ενώ την ίδια χρονιά οι εισαγωγές υδρογονανθράκων αντιστοιχούσαν στο επίσης υψηλό ποσοστό του 5.2% του ΑΕΠ.
Όσο και εάν προσπάθησε η κυβέρνηση να υποβαθμίσει την παταγώδη αποτυχία του διαγωνισμού του ΤΑΙΠΕΔ για την αποκρατικοποίηση της ΔΕΠΑ, η αλήθεια είναι ότι ο άγονος αυτός διαγωνισμός θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στο σύνολο του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων τόσο από πλευράς προβλεπόμενων εσόδων (αυτά εκτιμούνταν στα 2.6 δις το 2013, αλλά είναι ζήτημα εάν θα έχουν εισπραχθεί 1.0 δις μέχρι το τέλος του έτους), όσο και από την άποψη δημιουργίας ενός θετικού κλίματος για επενδύσεις και την απασχόληση. Ως γνωστό το energia. gr ήταν ένα από τα ελάχιστα Μέσα που αντιτέθηκαν στην ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ (κατά προτεραιότητα στον ενεργειακό τομέα) αυτή τη δεδομένη στιγμή με την παράθεση σωρείας επιχειρημάτων. Εδώ και δύο χρόνια έχουμε με σαφήνεια, νηφαλιότητα και λεπτομέρεια παραθέσει τις απόψεις μας καθ’ ότι, τουλάχιστο σ’ εμάς, ήταν ξεκάθαρο ότι η 100% μετάβαση της ΔΕΠΑ στον ιδιωτικό τομέα υπό τις παρούσες συνθήκες ήταν ένα παρακινδυνευμένο εγχείρημα, αφού τόσο η εταιρεία κάθε αυτή όσο και η αγορά φ. αερίου παρέμεναν δέσμιες λαθεμένων πολιτικών επιλογών και μνημειώδους αδράνειας.
Μία σειρά από ασταθείς πολιτικούς, χρηματο-οικονομικούς, νομικούς και γεωπολιτικούς παράγοντες καθιστούσαν την εμπλοκή ξένων μεγάλων εταιρειών εξαιρετικά επίφοβη. Και τελικά οι ίδιοι οι παίκτες της αγοράς αξιολογώντας την όλη κατάσταση κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η όλη διαδικασία εξαγοράς και διαχείρισης του ενεργητικού της ΔΕΠΑ δεν συνέφερε αυτή τη δεδομένη χρονική περίοδο. Παρόμοια ανησυχητική κατάσταση επικρατεί και στο μέτωπο των τιμών ηλεκτρικού και φ. αερίου, όπου η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει από τις υψηλότερες τιμές σε Ευρωπαϊκό επίπεδο πράγμα που όχι μόνο δεν ενθαρρύνει την οιαδήποτε επενδυτική δραστηριότητα αλλά δρα ως απωθητικός παράγων. Το ακριβό εισαγόμενο φ. αέριο έχει δυσάρεστες επιπτώσεις στη διαμόρφωση τιμών καταναλωτή σε οικιακό και βιομηχανικό επίπεδο ενώ επηρεάζει εξ’ ίσου αρνητικά τις τιμές ηλεκτρισμού αφού σχεδόν το 26% της ηλεκτροπαραγωγής εξαρτάται από το φ. αέριο. Η δε πλουσιοπάροχη αποζημίωση των δικτύων για το έργο μεταφοράς γίνεται συστηματικά εις βάρος του καταναλωτή.
Αλλά και στον χώρο των υδρογονανθράκων η κατάσταση δεν είναι καλύτερη αφού παρά τη νομοθετική ρύθμιση το 2011 (βλέπε Ν. 4001/2011) ούτε ο φορέας για τις έρευνες έχει συσταθεί, ενώ ο διαγωνισμός μέσω της διαδικασίαςOpen Door για τα κοιτάσματα στη Δυτική Ελλάδα ένα χρόνο μετά (οι προσφορές υποβλήθηκαν στις 1.07.2013) δεν έχει ολοκληρωθεί. Και άρα τα όποια σχέδια και βλέψεις για την εκμετάλλευση των περιορισμένων κοιτασμάτων πετρελαίου και φ. αερίου που αποδεδειγμένα διαθέτει η χώρα μένουν πίσω χωρίς προοπτική υλοποίησης.
Όλα τα’ ανωτέρω αναδεικνύουν με τον πλέον ανάγλυφο και εφιαλτικό τρόπο την πλήρη απουσία μίας εθνικής ενεργειακής στρατηγικής η οποία εάν υπήρχε έστω και σ’ ένα εμβρυακό επίπεδο είναι βέβαιο ότι θα είχε αποτρέψει το ολίσθημα τύπου ΔΕΠΑ και την ανεξέλεγκτη ανοδική πορεία ενεργειακών τιμών εν μέσω παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης. Στην περίπτωση των αποκρατικοποιήσεων θα μπορούσαν να είχαν προηγηθεί άλλες ιδιωτικοποιήσεις με εξασφαλισμένο χρονοδιάγραμμα εσόδων (λ.χ. πώληση κρατικού μεριδίου στα ΕΛ.ΠΕ., πώληση ΛΑΡΚΟ, προκήρυξη ΕΠΑ, πώληση μονάδων ΔΕΗ) ενώ στις τιμές υπάρχει η ευχέρεια από πλευράς κράτους μείωσης των υπέρογκων ΥΚΩ προς όφελος του καταναλωτή. Και καλύτερα ας μην αναφερθούμε στην αγορά ΑΠΕ όπου οι παράλογα υψηλές τιμές Feed in Tariffs έχουν ρίξει έξω το σύστημα με αλυσιδωτές επιπτώσεις για την ομαλή λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας συνολικά.
Με εξαίρεση το πείραμα του ΣΕΕΣ από την κυβέρνηση Καραμανλή του νεώτερου, το οποίο ως γνωστό υπονομεύθηκε από την ίδια την τότε κυβέρνηση, και το Εθνικό Συμβούλιο Ενέργειας, το οποίο δημιουργήθηκε από τον Καραμανλή τον πρεσβύτερο αλλά καταργήθηκε από την κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου στο πλαίσιο της γνωστής «αλλαγής», δεν έχει υπάρξει ουδεμία άλλη ουσιαστική προσπάθεια ενεργειακής στρατηγικής σε εθνικό επίπεδο. Καιρός είναι η κυβέρνηση η οποία φαίνεται ότι είναι διατεθειμένη να κάνει τομές (βλέπε κλείσιμο ΕΡΤ) ν’ ασχοληθεί επί τέλους σοβαρά με το θέμα της ενέργειας προς αποφυγή νέων πειραματισμών, επικίνδυνων παραλήψεων και ατυχών επιλογών που έχουν όμως βαρύτατο κοινωνικό κόστος.
Πηγή energia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου