Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015

Το Κλίμα, οι Χώρες, η Γεωπολιτική και οι Πολυεθνικές


Περίπου 100 αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων θα συγκεντρωθούν στο Παρίσι για να καταλήξουν σε ένα σύμφωνο, το οποίο θα υποχρεώνει τις χώρες που το υπογράφουν να μειώσουν τις εκπομπές των ρύπων. Μέχρι σήμερα υπάρχει μόνο το Πρωτόκολλο του Κιότο από το 1997. Το συγκεκριμένο εμπεριέχει τη συναίνεση μόνο ορισμένων βιομηχανικών κρατών.
Κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει ότι θα υπάρξει συμφωνία, αλλά η συνάντηση αυτή έχει ένα δεδομένο το οποίο δεν υπήρχε στο παρελθόν. Πολυεθνικές, αλλά και επενδυτικοί, τραπεζικοί και ασφαλιστικοί πιέζουν -με τον τρόπο τους- οι ηγέτες των κρατών να επαναπροσδιορίσουν την ενεργειακή πολιτική του πλανήτη. Κοντολογίς, να εγκαταλείψουν σταδιακά τα ορυκτά καύσιμα και να στραφούν σε άλλες πηγές ενέργειας.

Βλέποντας κορυφαίους μάνατζερ πολυεθνικών ακόμα και από τον χώρο της ενέργειας να αποκτούν περιβαλλοντικές ευαισθησίες, σίγουρα το πρώτο συναίσθημα είναι αμηχανία. Πραγματικά, αναρωτιέται κανείς πώς εκείνοι που πλούτισαν από την ατμοσφαιρική ρύπανση έγιναν ξαφνικά τόσο κοινωνικά ευαίσθητοι, ώστε να ενδύονται τον μανδύα του σταυροφόρου σε μια υπόθεση που μέχρι πρότινος πολεμούσαν λυσσαλέα.
Το σίγουρο είναι ότι αυτή η περιβαλλοντική ευαισθησία, με δεδομένη μάλιστα την προϊστορία κάποιων από αυτούς, είναι τουλάχιστον περίεργη και οδηγεί σε δεύτερες ή και τρίτες σκέψεις. Όταν μάλιστα σε αυτούς περιλαμβάνονται κάποια ονόματα όπως του Rockefeller Fund ή της Allianz, που δηλώνουν επίσημα ότι θα απομακρυνθούν από τις επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα, τότε το επόμενο συναίσθημα που σε κατακλύζει είναι καχυποψία.
Πάρτε για παράδειγμα το Rockefeller Fund, που ξαφνικά ανακάλυψε τις ολέθριες επιπτώσεις που έχουν στο κλίμα και στην ατμόσφαιρα τα ορυκτά υλικά. Είναι πράγματι παράξενο ο πρόεδρος ενός φορέα, ο πλούτος του οποίου προέρχεται από τη βιομηχανία πετρελαίου, να δηλώνει ότι "είναι καιρός να ξεφύγουμε από τα ορυκτά καύσιμα και να προχωρήσουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερα στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας προκειμένου να σώσουμε τον πλανήτη". Και γίνεται ακόμα πιο παράξενο αν γνωρίζει κανείς ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για μια τεράστια επενδυτική αγορά, το μέγεθος της οποίας ξεπερνά τα 2,5 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Πριν από λίγες μέρες, οι επικεφαλής μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών από την Ευρώπη, την Ασία, τη Λατινική Αμερική και τις Ηνωμένες Πολιτείες κάλεσαν τους ηγέτες του κόσμου να συμφωνήσουν για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στο επικείμενο συνέδριο για το κλίμα που θα γίνει σε λίγες μέρες στο Παρίσι.
Θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει τη στάση αυτή ως απτή ένδειξη κοινωνικής ευαισθησίας. Όταν όμως λίγο αργότερα ο γερμανικός ασφαλιστικός κολοσσός Allianz γνωστοποιεί την πρόθεσή του να περιορίσει σταδιακά τις επενδύσεις σε άνθρακα, δηλαδή σε σταθμούς παραγωγής ενέργειας με καύση άνθρακα ή σε ανθρακωρυχεία, τότε αρχίζει να σκέπτεται κάπως διαφορετικά, καθώς η αλλαγή στάσης αυτών των επενδυτικών κολοσσών μπορεί να έχει πολλαπλές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία και να επιφέρει μείζονος σημασίας γεωπολιτικές ανακατατάξεις.
Τα δεδομένα που κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει, είναι τρία:
Πρώτον, Ο πλανήτης βρίσκεται στα όρια συναγερμού, καθώς οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα είναι ολέθριες σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Η Επιτροπή του ΟΗΕ για το κλίμα εκτιμά ότι οι συγκεντρώσεις του διοξειδίου του άνθρακα, του μεθανίου και του υποξειδίου του αζώτου είναι στο ιστορικά υψηλότερο σημείο τους και σ' αυτό τεράστια "ευθύνη" έχει η χρήση άνθρακα. Για τον λόγο αυτό, το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τη Μείωση των Κινδύνων από Καταστροφές καλεί τις χώρες που θα συμμετάσχουν στη Σύνοδο Κορυφής για το Κλίμα στο Παρίσι να καταλήξουν σε συμφωνία.
Δεύτερον, η εξάρτηση από τα ορυκτά υλικά -και κυρίως τον άνθρακα- ποικίλλει από χώρα σε χώρα. Για παράδειγμα, η Κίνα και η Ινδία έχουν δομήσει τις οικονομίες τους στο κάρβουνο και ένα αυστηρό δεσμευτικό πλαίσιο θα έχει καταλυτικές επιπτώσεις στη δομή των οικονομιών τους.
Τρίτον, η δύση έχει κάνει περισσότερα βήματα στη διαδρομή για την απεξάρτηση σε σύγκριση με τους υπόλοιπους.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι δύο μεγάλες γεωπολιτικές και οικονομικές δυνάμεις του πλανήτη, η Ρωσία και η Κίνα, είναι άμεσα εξαρτημένες από το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τον άνθρακα. Η πρώτη διότι η οικονομία της εξαρτάται από τις πωλήσεις ενέργειας και η δεύτερη διότι το μεγαλύτερο ποσοστό ηλεκτρικής ενέργειας που παράγει προέρχεται από εργοστάσια που χρησιμοποιούν ως πρώτη ύλη τον άνθρακα.
Σύμφωνα με προβλέψεις που είχε κάνει το 2012 ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA), η ζήτηση άνθρακα σε χώρες εκτός ΟΟΣΑ σχεδόν θα διπλασιαστεί μέχρι το 2035 αν συνεχιστούν οι σημερινές πολιτικές, με τη ζήτηση μόνο από την Κίνα και την Ινδία να αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 80% αυτής της αύξησης. Η Ινδονησία, το Βιετνάμ και ένα μεγάλο μέρος της υπόλοιπης Ασίας οικοδομεί επίσης νέες μονάδες άνθρακα με μεγάλη ταχύτητα.
Αγώνας δρόμου
Η σημερινή πραγματικότητα είναι ότι ο αναπτυσσόμενος κόσμος εξαρτά όλο και περισσότερο την οικονομία του από τα ορυκτά καύσιμα, ενώ την ίδια στιγμή στη Δύση έχει ξεκινήσει ένας αγώνας δρόμου για την ενεργειακή απεξάρτηση από αυτά.
Πρόσφατα μάλιστα η Μ. Βρετανία ανακοίνωσε τα σχέδιά της για τη σταδιακή κατάργηση στη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας των σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιούν άνθρακα και τη στροφή της προς το φυσικό αέριο, την πυρηνική ενέργεια και ενδεχομένως την αιολική ενέργεια, για να καλύψει τις ανάγκες. Σημειώνεται ότι με τον άνθρακα παράγεται σήμερα σχεδόν το ένα τρίτο της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Βρετανίας, αλλά πολλές από τις παλιές εγκαταστάσεις πρόκειται να κλείσουν τα επόμενα δέκα χρόνια λόγω της αυστηροποίησης των περιβαλλοντικών προτύπων της Ε.Ε.
Ανάλογα σχέδια γίνονται και στη Γερμανία, καθώς η γερμανική κυβέρνηση αναζητά τρόπους για να περιορίσει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακα, χωρίς όμως αυτό να έχει άμεσες επιπτώσεις στην απασχόληση. Σε αυτά πρέπει να προσθέσει κανείς ότι μέχρι το 2010 οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιούν 60% λιγότερο πετρέλαιο για να δημιουργήσουν ένα δολάριο Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ), από όσο το 1975. Στις ΗΠΑ, ο άνθρακας έχει χάσει το ένα τέταρτο του μεριδίου του στην αμερικανική αγορά παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας έναντι των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας του φυσικού αερίου και της αποτελεσματικότερης χρήσης ενεργοβόρων συστημάτων και συσκευών. Έπειτα από μόλις λίγους αιώνες, η ανώμαλη εποχή του πετρελαίου και του άνθρακα αρχίζουν σταδιακά να φθάνει σε ένα τέλος.
Σε αυτό το πολύπλοκο παζλ θα πρέπει προσθέσει κανείς και άλλες παραμέτρους: την εξάντληση των αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, η οποία πλέον δεν είναι τόσο μακρινή υπόθεση, τις χαμηλές τιμές που ήδη έχουν γονατίσει πολλές οικονομίες, όπως για παράδειγμα της Ρωσίας και της Βενεζουέλας, αλλά και τις σημαντικές επενδύσεις σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας, στις οποίες ήδη έχουν προχωρήσει οι πλούσιες πετρελαιοπαραγωγές χώρες του αραβικού κόσμου. Αν κάποιος συνεκτιμήσει όλα αυτά τα δεδομένα, τότε σίγουρα οδηγείται στο συμπέρασμα ότι οι συζητήσεις για το κλίμα ίσως είναι η απαρχή ευρύτερων γεωπολιτικών ανακατατάξεων με μοχλό την ενέργεια.
Το σίγουρο είναι ότι η απεξάρτηση των ΗΠΑ και της Ε.Ε. από τα ορυκτά καύσιμα θα έχει άμεση αντανάκλαση στην εξωτερική τους πολιτική και ενδεχομένως αυτό θα βοηθούσε στο να αντιμετωπιστούν ανταγωνιστές, αντίζηλοι και να κλείσουν παλιοί και νέοι λογαριασμοί. Εξίσου σίγουρο είναι ότι όλη αυτή η πορεία μεταφράζεται σε χρήμα και σε οικονομική ισχύ, που φυσικά θα κάνει τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς όχι μόνο φτωχότερους, αλλά και πιο εξαρτημένους. Υπό το πρίσμα αυτό, η ξαφνική ευαισθησία των πολυεθνικών αποκτά άρωμα χρήματος, ενώ το ξαφνικό τους ενδιαφέρον γίνεται απόλυτα κατανοητό.

(από την εφημερίδα "Αυγή")

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου