Η υιοθέτηση μιας κοινής ενεργειακής πολιτικής κρίνεται επιτακτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σε χαλεπούς οικονομικούς καιρούς, που θα της επιτρέψει να περιορίσει την ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία και να μην καθίσταται όμηρος σε περιόδους κρίσης. Θεωρείται δεδομένο ότι οι Βρυξέλλες οφείλουν να εξετάσουν τις προϋποθέσεις εκμετάλλευσης του πετρελαίου, του παραδοσιακού φυσικού αερίου, του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) και του αποκαλούμενου shale gas (παραγωγή μη συμβατικού αερίου από σχιστολιθικό άργιλο).
Έναν μικρό ρόλο στον ενεργειακό χάρτη της Ευρώπης παίζει και η Ελλάδα με τη συμμετοχή της σε αγωγούς -Trans Adriatic Pipeline (TAP), Ιταλίας - Ελλάδας, Τουρκίας - Ελλάδας, South Stream-, επιδιώκοντας να ισορροπήσει μεταξύ των ρωσικών και των δυτικών συμφερόντων.
Σε «κλοιό»
Η διαφοροποίηση των οδών μεταφοράς ενέργειας αλλά και η δυνατότητα χρήσης εναλλακτικών πηγών αποτελούν άμεσες προτεραιότητες για την Ευρωπαϊκή Ένωση, που όμως αδυνατεί να υιοθετήσει μια κοινή ενεργειακή πολιτική για να περιορίσει την εξάρτηση από τη Ρωσία. Η Γηραιά Ήπειρος δεν διαθέτει ενεργειακούς πόρους για την πάγια κάλυψη των αναγκών της και ως εκ τούτου αναγκάζεται να εισάγει ενέργεια και από ασταθείς περιοχές (Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική). Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να δραστηριοποιηθεί με στόχο τη διασφάλιση πετρελαϊκών αποθεμάτων της Κασπίας Θάλασσας.
Το Trans Caspian Oil Transportation System (TCOTS) είναι ένα υπό σχεδιασμό έργο για τη μεταφορά πετρελαίου της Κασπίας από το Καζακστάν στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν για περαιτέρω μεταφορά σε ακτή της Μεσογείου ή της Μαύρης Θάλασσας. Οι βασικές επιλογές θεωρούνται η κατασκευή ενός αγωγού πετρελαίου από Καζακστάν σε Αζερμπαϊτζάν, η δημιουργία τερματικών σταθμών πετρελαίου και ένας στόλος από τάνκερ. Οι δύο κρατικές εταιρείες του Καζακστάν και του Αζερμπαϊτζάν έχουν υπογράψει συμφωνίες για τη δημιουργία νομικών και εμπορικών βάσεων για την υλοποίηση του TCOTS. Αν και το συγκεκριμένο έργο μπορεί να εξασφαλίσει αποθέματα πετρελαίου για την Ε.Ε., δεν έχει, σύμφωνα με αναλυτές, από μέρους της, καθώς και από τις ΗΠΑ, την υποστήριξη που θα έπρεπε.
Το Καζακστάν έχει τη δυνατότητα να προμηθεύσει με περισσότερο πετρέλαιο την Ευρώπη από τα τεράστια ενεργειακά αποθέματα της περιοχής Κασαγκάν. Οι Βρυξέλλες, από τη στιγμή που το TCOTS έχει την ισχυρή στήριξη σημαντικών ευρωπαϊκών εταιρειών, δεν θα πρέπει να παραμένουν αδρανείς, αλλά να κάνουν τα απαραίτητα βήματα για την υλοποίηση του έργου.
Το φυσικό αέριο, από την άλλη πλευρά, αποτελεί τον βασικό τροφοδότη της ευρωπαϊκής ενέργειας. Οι μορφές του, παραδοσιακό φυσικό αέριο, shale gas (σχιστολιθικός άργιλος) και υγροποιημένο αέριο (LNG) καθίστανται αντικείμενο έρευνας από αναλυτές για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά τους ως πηγών ενέργειας. Μια συγκριτική παράθεση του LNG και του παραδοσιακού φυσικού αερίου μάς δείχνει σε πια μορφή ανταποκρίνονται καλύτερα οι υποδομές της Ευρώπης. Η χρήση του LNG στην Ευρώπη γίνεται σε τοπικό επίπεδο, δεδομένου ότι καταναλώνεται κυρίως σε παράκτιες περιοχές που βρίσκονται κοντά σε σταθμούς επαναεριοποίησής του. Το κύριο μέρος της παροχής προς τους τελικούς καταναλωτές προσφέρεται μέσω αγωγών.
Σύμφωνα με τον Αλεξέι Μίλερ, πρόεδρο της Gazprom, το ευρωπαϊκό σύστημα μεταφοράς σχεδιάστηκε για να φέρει φυσικό αέριο στους πελάτες στις ποσότητες και στον χρόνο που έχει συμφωνηθεί. Με άλλα λόγια, αρκετά συχνά είναι τεχνικά αδύνατο να παραδοθεί επαναεριοποιημένο LNG από τους σταθμούς στους καταναλωτές, για παράδειγμα, στην Κεντρική Ευρώπη. Αν μια μέρα αποφασιζόταν να δημιουργηθεί ένα νέο δίκτυο μεταφοράς αερίου, ώστε το LNG να φτάνει στα πιο απομακρυσμένα σημεία της Ευρώπης, το κόστος θα ήταν τόσο υψηλό, που θα αναιρούσε όλα τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα αυτής της ενεργειακής πηγής.
Το φυσικό αέριο μέσω αγωγών, αντιθέτως, φτάνει στην Ευρώπη εδώ και δεκαετίες, μπορεί να εκμεταλλευτεί τις ήδη υπάρχουσες υποδομές διανομής και είναι πιο πιθανό να παραμείνει μία σταθερή πηγή. Το μη συμβατό αέριο, το αποκαλούμενο shalegas, που παράγεται από σχιστολιθικό άργιλο και πρωτοπόρος σε αυτό είναι οι ΗΠΑ, έχει προκαλέσει μια επανάσταση στη βιομηχανία του φυσικού αερίου. Το θέμα είναι αν μπορεί να εκμεταλλευτεί και η Ευρώπη τη συγκεκριμένη μορφή. Το περιοδικό «The European Energy Review» εκτιμά ότι θεωρητικά αυτό μπορεί να γίνει από τη στιγμή που οι πηγές υπάρχουν.
Το παράδειγμα των ΗΠΑ
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας υπολογίζουν τις πηγές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη σε 33 με 38 τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (tcm), από τα οποία τα 15 tcm είναι shale gas. Ωστόσο, οι εμπειρογνώμονες δεν αναμένουν οι πηγές του shale gas να κάνουν την Ευρώπη -τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα- λιγότερο εξαρτημένη από τις εισαγωγές του παραδοσιακού φυσικού αερίου. Εκτός από τις τεχνικές προδιαγραφές και υποδομές, μια σημαντική διαφορά μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ είναι τα δικαιώματα ιδιοκτησίας στις περιοχές που παράγουν shale gas. Στις ΗΠΑ ο ιδιοκτήτης της γης, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι και ο ιδιοκτήτης των πηγών του σχιστολιθικού αργίλου. Δηλαδή, εάν ο ιδιοκτήτης λαμβάνει 20% των εσόδων, μπορεί να πάρει μια τιμή 30.000 δολάρια ανά εκτάριο. Στην Ευρώπη, από την άλλη, υπάρχουν διαφορετικές συμφωνίες, αφού οι ιδιοκτήτες δεν έχουν τόσα οφέλη από τις γεωτρήσεις που γίνονται στη γη τους. Η Ευρώπη παρουσιάζει ακόμη ένα μειονέκτημα, ότι σε πολλές υποψήφιες περιοχές για shale gas o πληθυσμός είναι πιο πυκνός από τις ανάλογες των ΗΠΑ. Μια ευρωπαϊκή επανάσταση στο shale gas όμως, σύμφωνα με τους ειδικούς, μπορεί να γίνει -υπό σωστές προϋποθέσεις- μετά το 2020.
Μεγάλη ζήτηση
Η Ευρώπη αντιμετωπίζει και θα αντιμετωπίζει ένα ενεργειακό έλλειμμα, αφού μακροπρόθεσμα η ζήτηση του φυσικού αερίου θα αυξηθεί σημαντικά, ενώ η εγχώρια παραγωγή θα μειωθεί ριζικά. Σύμφωνα με ανεξάρτητες εκθέσεις, η Ευρώπη θα αναγκαστεί να εισαγάγει έως και 415 δισ. κ.μ. φυσικού αερίου μέχρι το 2020 και έως 500 δισ. κ.μ. μέχρι το 2030. Το παραδοσιακό φυσικό αέριο, μέχρι στιγμής, παραμένει η πηγή ενέργειας που είναι προσαρμοσμένη στις υποδομές και στις ανάγκες της Γηραιάς Ηπείρου. Οι υφιστάμενοι αγωγοί αποτελούν το κύριο μέσο της μεταφοράς του από την Κεντρική Ασία και την Κασπία Θάλασσα. Συμπερασματικά, η μόνη επιλογή της Ε.Ε. μέσα σε αυτό το πλαίσιο είναι η υιοθέτηση μιας κοινής ενεργειακής πολιτικής για κατασκευή αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα παρακάμπτουν τη Ρωσία και τους «δορυφόρους» της, με στόχο την ενεργειακή απεξάρτησή της.
Το Trans Caspian Oil Transportation System (TCOTS) και ο αγωγός φυσικού αερίου Nabucco θα πρέπει να έχουν την απαραίτητη οικονομική και υλικοτεχνική στήριξη της Δύσης για την υλοποίησή τους.
( από τον «Κόσμο του Επενδυτή» στις 7-8 Αυγούστου 2010)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου