Ενώ η κυβέρνηση δεν χάνει ευκαιρία να προβάλλει τα μεγαλόπνοα σχέδια της για την αξιοποίηση του υδρογονανθρακικού πλούτου της χώρας – κάτι που όλες οι πολιτικές παρατάξεις ανεξαιρέτως αμφισβητούσαν έντονα μέχρι πολύ πρόσφατα – με τη διενέργεια διεθνών διαγωνισμών εντός του 2014 για την εκμετάλλευση πιθανών κοιτασμάτων σε Ιόνιο και Νότια της Κρήτης, μία σειρά από μάλλον πεζά και τετριμμένα θέματα στέκουν εμπόδιο στην υλοποίηση της φιλόδοξης γεωπολιτικής ατζέντας. Μίας ατζέντας που σύμφωνα με πλήθος αρθρογράφων και αναλυτών πρόκειται να εισφέρει πολλά δισεκατομμύρια ευρώ στο Ελληνικό Δημόσιο και παράλληλα να προσφέρει ελπίδα ανάπτυξης και σανίδα σωτηρίας στη χειμαζόμενη οικονομία. Όμως η προκήρυξη ενός ή και περισσότερων διεθνών διαγωνισμών με στόχο την προσέλκυση εταιρειών που θ’ αναλάβουν την έρευνα και ενδεχομένη αξιοποίηση κοιτασμάτων πετρελαίου και αερίου που πιθανώς υπάρχουν σε υποθαλάσσιους γεωλογικούς σχηματισμούς στα Ελληνικά πελάγη, προϋποθέτει οργανωτική επάρκεια από την Ελληνική πλευρά αλλά και την εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης ως προς το επενδυτικό σκέλος. Αυτές όμως οι δύο προϋποθέσεις δεν φαίνονται να συντρέχουν αυτή τη στιγμή όπως δείχνει η πρόσφατη εμπειρία από την πρόοδο που έχει μέχρι σήμερα επιτελεσθεί στο διαγωνισμό για τις παραχωρήσεις στη Δυτική Ελλάδα.
Ο εν λόγω διαγωνισμός που σύντομα θα κλείσει δύο ολόκληρα χρόνια – προκηρύχθηκε τον Ιανουάριο του 2011 – θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικός για τις μετέπειτα εξελίξεις αφού η επιτυχής έκβαση του θ’ αποτελέσει πρόκριμα για ότι ακολουθήσει. Όμως οι εξαιρετικά αργοί ρυθμοί που έχουν ακολουθηθεί στην όλη διαδικασία προβληματίζουν πλέον έντονα όχι μόνο τις άμεσα εμπλεκόμενες εταιρείες αλλά και γενικότερα τις διεθνείς πετρελαϊκές που εξακολουθούν να ενδιαφέρονται για έρευνες στην Ανατολική Μεσόγειο. Να θυμίσουμε ότι την 1η Ιουλίου 2012 οι συμμετέχουσες εταιρείες στο διαγωνισμό υπέβαλλαν τις προσφορές τους και χρειάσθηκαν 12 ολόκληροι μήνες για να γίνει η αξιολόγηση τους και η επιλογή των ανάδοχων σχημάτων. Βάσει της ανακοίνωσης το ΥΠΕΚΑ στις αρχές Ιουλίου 2013 επελέγη η κοινοπραξία της Energean Oil – Petra Petroleum και Schluberger για την περιοχή των Ιωαννίνων, η κοινοπραξία ΕΛ.ΠΕ. – Edison (Ιταλία) – Petroceltic για τον Πατραϊκό Κόλπο ενώ για το Κατάκολο μέσω της διαδικασίας υποχρεωτικού γάμου οριστικοποιήθηκε το σχήμα Energean Oil – Trajan Oil και Grekoil. Συνολικά συμμετέχουν έξι ξένες πετρελαϊκές οι οποίες και θα επωμισθούν μεγάλο μέρος του επενδυτικού ρίσκου.
Όμως τέσσερις μήνες μετά την ανακήρυξη των ανάδοχων κοινοπραξιών ακόμα δεν έχει υπογραφεί ούτε μία σύμβαση. Αλλά ακόμη και εάν υπογραφούν οι συμβάσεις μέσα στις επόμενες ημέρες, πράγμα μάλλον απίθανο, θα χρειασθούν τουλάχιστον δύο μήνες για να υποβληθούν στη Βουλή για επικύρωση από τα νομοθετικό σώμα μετά από απόφαση της κυβέρνησης, και παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν προβλέπει η σχετική νομοθεσία. «Φαίνεται ότι ο χρόνος έχει σταματήσει να κυλάει για το ΥΠΕΚΑ και την κυβέρνηση γενικότερα γιατί και στο πιο αισιόδοξο σενάριο θα έχουν περάσει 24 μήνες από την προκήρυξη του διαγωνισμού μέχρι την υπογραφή των συμβάσεων», ανέφερε σε τηλεφωνική του συνομιλία διευθύνον στέλεχος Βρετανικής πετρελαϊκής που συμμετέχει στο διαγωνισμό. Και αυτό, συμπληρώνουμε εμείς, τη στιγμή που η κυβέρνηση υποτίθεται ότι καίγεται για να προσελκύσει κεφάλαια και επενδύσεις ώστε να επανέλθει η χώρα σε αναπτυξιακή τροχιά.
Αυτό που τονίζουν πάντως ολοένα και ποιο συχνά οι περισσότεροι από τους εκπροσώπους των ξένων εταιρειών, με τους οποίους ήρθαμε σε επαφή τις τελευταίες ημέρες, είναι ότι η ακολουθούμενη αναβλητική τακτική και οι αδικαιολόγητες γραφειοκρατικές καθυστερήσεις από πλευράς Ελληνικής κυβέρνησης, κινδυνεύουν να τινάξουν το διαγωνισμό στον αέρα. Η αδυναμία μέχρι στιγμής του ΥΠΕΚΑ να οργανώσει μία συμπαγή διαπραγματευτική ομάδα η οποία να ασχοληθεί σε συνεχή και εξαντλητική βάση για τη διαπραγμάτευση των συμβάσεων με τις εταιρείες μέχρι την ολοκλήρωσή τους, όπως γίνεται σε όλες τις άλλες χώρες που επιδιώκουν συμφωνίες τύπου PSA’, έχει δημιουργήσει όπως είναι φυσικό ένα κλίμα αβεβαιότητας ως προς το τελικό αποτέλεσμα. Οι ξένες εταιρείες οι οποίες θα κληθούν να εισφέρουν και τα περισσότερα χρήματα στην υλοποίηση των ερευνών και να προσυπογράψουν τις απαιτούμενες επενδύσεις στην περίπτωση ανακάλυψης εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων, δίδουν ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη να υπάρξει η απαραίτητη πρόνοια στα κείμενα των συμβάσεων για την εξασφάλιση ενός σταθερού φορολογικού καθεστώτος καθ’ όλη τη διάρκεια της προβλεπόμενης 25ετούς σύμβασης.
Ενώ βάσει του Ν4001/2011 προβλέπονται σταθερά φορολογικά κέρδη (25%) στο θέμα προσόδων επί του τζίρου (δηλ. των royalties) αυτά κλιμακούνται από 5 – 20%. Όμως βάσει του ισχύοντος φορολογικού καθεστώτος και των απείρων δυνατοτήτων που δίδει το σημερινό σύστημα διοίκησης στην Ελλάδα, ο εκάστοτε Υπουργός Οικονομικών μπορεί να αλλάζει κατά το δοκούν με υπουργική απόφαση την κλίμακα προσόδων ενώ ανά πάσα στιγμή δύναται να επιβάλλει πρόσθετη φορολογία επί του τζίρου αλλά και έκτακτες εισφορές επί των κερδών. Έτσι, παρατηρούν τα στελέχη των ξένων εταιρειών που είναι επιφορτισμένα με τη διαπραγμάτευση των συμβάσεων, είναι αδύνατον να διατυπωθούν έγκυρες προβλέψεις για τα κεφάλαια που θα χρειασθούν να επενδυθούν ή να υπολογισθεί το αναμενόμενο cash flow που θα προέλθει από την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων στη Δυτική Ελλάδα.
Από τις συνομιλίες μας με τους εκπροσώπους των εταιρειών καθίσταται σαφές ότι εάν στα κείμενα των συμβάσεων δεν συμπεριληφθούν απαραίτητα άρθρα που θα περιγράφουν με λεπτομέρεια και σαφήνεια το συνολικό προβλεπόμενο φορολογικό καθεστώς, και εάν δεν υπάρξει η απαραίτητη νομική θωράκιση, έτσι ώστε να αποφευχθούν φορο – εισπρακτικές εκπλήξεις, τότε απλούστατα οι εταιρείες δεν θα προσέλθουν να υπογράψουν συμβάσεις με το Ελληνικό δημόσιο οι οποίες ενδέχεται να τις οδηγήσουν σε πολύχρονες και πολυέξοδες δικαστικές διαμάχες και σε γραφειοκρατικούς δαιδάλους για τους οποίους είναι πασίγνωστη η Ελλάδα. Όπως εύλογα παρατηρούν εκπρόσωποι των δικηγορικών γραφείων που συνεργάζονται με τις ξένες εταιρείες δεν μπορεί να προβλέπεται σταθερό φορολογικό καθεστώς στις συμβάσεις για τους οδικούς άξονες ή στα έργα fast track που υποστηρίζονται από την υπηρεσία Invest in Greece, και να μην υπάρχει κάτι αντίστοιχο στις συμβάσεις για τις έρευνες υδρογονανθράκων.
Με την προϋπόθεση ότι το ΥΠΕΚΑ θα μπορέσει να ξεπεράσει σύντομα τ’ ανωτέρω εμπόδια στις διαπραγματεύσεις με τις εταιρείες και ο αρμόδιος υπουργός θα υπογράψει τις συμβάσεις μέσα στις επόμενες εβδομάδες, η κυβέρνηση θα μπορέσει επιτέλους να επικυρώσει την επάνοδο της Ελλάδας στον τομέα των ερευνών και παραγωγής πετρελαίου και αερίου μετά από μία 15ετή απουσία. Μπορεί με τη διενέργεια σεισμικών καταγραφών που πραγματοποιήθηκαν από τη Νορβηγική PGS τους τελευταίους μήνες η κυβέρνηση να έδωσε το παρόν στην πετρελαϊκή κοσμογονία της Ανατ. Μεσογείου, όμως αυτό δεν ισοδυναμεί με έρευνες και γεωτρήσεις επί του εδάφους. Κάτι τέτοιο θα ισχύσει μόνο όταν αρχίσουν επιτέλους γεωτρήσεις στην περιοχή Βορειο – Δυτικά των Ιωαννίνων (χερσαίες) και στον Πατραϊκό Κόλπο και στο Κατάκολο (υποθαλάσσιες).
Όμως ο κίνδυνος να μην υπογραφούν τελικά οι συμβάσεις μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, λ.χ. μέχρι τις αρχές Δεκεμβρίου, παραμένει ορατός με τις όποιες αρνητικές επιπτώσεις που μπορεί αυτό να έχει για τα μακροπρόθεσμα σχέδια της κυβέρνησης στον τομέα των υδρογονανθράκων. Με ποιο άμεση την αναβολή του 2ου διεθνούς γύρου παραχωρήσεων, τον οποίο ήδη διαφημίζει η κυβέρνηση και προσωπικά ο ίδιος ο πρωθυπουργός, για τα υποθαλάσσια κοιτάσματα στο Ιόνιο και ενδεχομένως Νότια της Κρήτης, για μετά το 2015. «Σήμερα η Ελλάδα έχει την ευκαιρία, να επανέλθει στον τομέα των ερευνών εάν υπογράψει τελικά συμβάσεις για το Open Door στη Δυτική Ελλάδα. Ουσιαστικά πρόκειται για παράθυρο ευκαιρίας (window of opportunity) το οποίο πολύ σύντομα όμως θα εκλείψει καθώς το ενδιαφέρον των πετρελαϊκών εταιρειών μετατίθεται πλέον από την Ευρώπη και τη Μεσόγειο σε ΗΠΑ, Καναδά και Αφρική με το shale oil και shale gas να υπόσχονται σημαντικά κέρδη», παρατηρεί εκπρόσωπος πολυεθνικής με έδρα στο Λονδίνο του οποίου η εταιρεία δεν συμμετέχει μεν στο διαγωνισμό στην Ελλάδα αλλά παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις εδώ εξελίξεις έχοντας συμπεριλάβει την Ελλάδα σε μία διαδικασία watching brief.
Το ανωτέρω στέλεχος παρατηρεί με νόημα ότι υπάρχει μία αναλογία με αυτό που συνέβη στη Βραζιλία όπου η κυβέρνηση της χρειάσθηκε έξι ολόκληρα χρόνια να οργανώσει ένα διεθνή διαγωνισμό για την εκμετάλλευση των γνωστών Pre Sal Oil and Gas Reserves που ανακαλύφθηκαν υποθαλάσσια στη λεκάνη Santos τη δεκαετία του 90. Και ενώ υπήρξε έντονο ενδιαφέρον από όλες σχεδόν τις πολυεθνικές να λάβουν μέρος στο διαγωνισμό που θα προκήρυσσε η κυβέρνηση Lula da Silva, λόγω του πολύ μεγάλου μεγέθους των κοιτασματων και της γνωστής γεωλογίας της περιοχής, όταν τελικά ανακοινώθηκε ο διαγωνισμός στις αρχές του 2013 από τη διάδοχο κυβέρνηση της Dilma Rousseff, η προσέλευση ήτο πενιχρή με μόνο μία κοινοπραξία να υποβάλλει προσφορά από τις έξι που είχαν εγκριθεί. Σύμφωνα με το ανωτέρω στέλεχος τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι εν τω μεταξύ αναπτύχθηκαν με ταχύτατους ρυθμούς τα κοιτάσματα σχιστού για πετρέλαιο και αέριο στις ΗΠΑ και Καναδά που τελικά μονοπώλησαν το ενδιαφέρον των εταιρειών και των διαθέσιμων κεφαλαίων. Κάτι παρόμοιο κινδυνεύει να πάθει η Ελλάδα εάν η κυβέρνηση δεν κινηθεί γρήγορα και συντεταγμένα αφού οι διαγωνισμοί του Open Door στη Δυτική Ελλάδα θα χρησιμεύσουν ως βαρόμετρο αξιοπιστίας για μελλοντικές έρευνες σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα.
Πηγή energia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου