Στις ΗΠΑ πανηγυρίζουν για το γεγονός ότι η χώρα θα γίνει μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου το 2014. Ορισμένες πηγές το περιγράφουν ως την αρχή της μεγαλύτερης αναδιαμόρφωσης στην παγκόσμια αγορά της ενέργειας. Άλλοι λένε ότι η προοπτική αυτή αλλάζει ήδη την διεθνή ενεργειακή διπλωματία. Η αμερικανική ενεργειακή ανεξαρτησία μπορεί να επιτευχθεί ήδη το 2025, παρά το 2035 που προβλέπει ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) στην ετήσια αναφορά του για το έτος 2013.
Η ημερήσια παραγωγή πετρελαίου της Αμερικής ήταν η μεγαλύτερη παγκοσμίως από τότε που ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά πετρέλαιο μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Η μέση αμερικανική παραγωγή της περιόδου εκείνης ήταν περίπου 10 εκατ. βαρέλια ανά ημέρα – πολύ υψηλότερη από την αντίστοιχη της Σαουδικής Αραβίας. Πάντως, το επίπεδο αυτό δεν μπόρεσε να αποφέρει στις ΗΠΑ καμία έντονη επιρροή στις διεθνείς πετρελαϊκές αγορές. Ούτε βελτίωσε την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, καθώς συνέχισε να εισάγει πετρέλαιο σε ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες. Επιπλέον, τα επίπεδα της παραγωγής μειώθηκαν έκτοτε.
Ακόμα και αν οι ΗΠΑ επιτύχουν μια παραγωγή 11 εκατ. βαρελιών ανά ημέρα το 2014, αυτό δεν θα τις καταστήσει ηγέτη. Η σαουδική παραγωγή είναι περίπου 11,7 εκατ. βαρέλια και προορίζεται να αυξηθεί. Επίσης, η Σαουδική Αραβία διαθέτει μια υπερβάλλουσα παραγωγική δυνατότητα της τάξης των 2 εκατ. βαρελιών ανά ημέρα και είναι μακράν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου και υποπροϊόντων. Οι μέσες εξαγωγές της το 2014 ήταν γύρω στα 7,6 εκατ. βαρέλια, ενώ οι ΗΠΑ εξήγαγαν 1,9 εκατ. βαρέλια.
Τέλος, το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης της αμερικανικής παραγωγής προέρχεται από «σφιχτό» πετρέλαιο, το οποίο βρίσκεται κυρίως σε δύο περιοχές: Το Μπάκεν στη Βόρεια Ντακότα και το Ηγκλ Φορντ στο Τέξας. Όμως, η αμερικανική υπηρεσία ενεργειακών πληροφοριών (ΕΙΑ) επιβεβαίωσε στην πιο πρόσφατη έκθεσή της ότι «η ανάπτυξη του ‘σφιχτού’ πετρελαίου βρίσκεται ακόμα σε πρώιμο στάδιο και το αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα αβέβαιο». Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι για να συνεχιστεί η αύξηση της παραγωγής αυτής, ο κλάδος θα πρέπει να ξεπεράσει ορισμένες περιβαλλοντικές προκλήσεις.
Σύμφωνα με την έκθεση της υπηρεσίας προστασίας περιβάλλοντος (ΕΡΑ) για το 2012, η υδραυλική ρωγμάτωση παρήγαγε 280 δις. γαλόνια τοξικού νερού, 45.000 αέριας μόλυνσης και 100 εκατ. τόνους αερίων του θερμοκηπίου.
Οι οικονομικές προκλήσεις αυτού του είδους παραγωγής είναι επίσης πολλαπλές. Περιλαμβάνουν μειωμένες επιστροφές και την ανάγκη υψηλότερων διεθνών τιμών πετρελαίου για να δικαιολογήσουν τις νέες γεωτρήσεις.
Δεδομένων αυτών των περιβαλλοντικών και οικονομικών προκλήσεων, οφείλουμε να διερωτώμεθα για την βιωσιμότητα της παραγωγής «σφιχτού» πετρελαίου. Επίσης, οφείλουμε να αμφισβητήσουμε την βιωσιμότητα των επιδοτούμενων βιοκαυσίμων που συμβάλουν γύρω στο 10% στον τομέα των μεταφορών. Με τις περικοπές που γίνονται κατά μήκος όλου του αμερικανικού προϋπολογισμού και με άξονα το ηθικό ζήτημα της κρίσης τροφίμων παγκοσμίως, οι επιδοτήσεις για τέτοια καύσιμα είναι πιθανό να απομακρυνθούν.
Εν ολίγοις, η αύξηση αυτή στην αμερικανική παραγωγή δεν αναμένεται να έχει σημαντική επίδραση στις ενεργειακές αγορές διότι η άνοδος θα είναι βραχυπρόθεσμη. Δεύτερον, παραμένει πολύ αβέβαιο το αν οι ΗΠΑ θα μπορέσουν να επιτύχουν την ενεργειακή αυτάρκεια μέσα στις επόμενες δεκαετίες.
Αυτό που είναι βέβαιο, όμως, είναι ότι οι εξελίξεις στις ΗΠΑ και σε άλλα πετρελαιοπαραγωγικά κράτη θα επηρεάσουν τα επενδυτικά σχέδια σε άλλους μεγάλους παραγωγούς, συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας, δεδομένης της αβεβαιότητας που υπάρχει για την ζήτηση της παραγωγής τους.
Το Ριάντ ήδη έχει ανακοινώσει ότι μπορεί να μην αυξήσει την παραγωγή του πέρα από τα 12,5 εκατ. βαρέλια στο ορατό μέλλον. Αυτή είναι μια αντίδραση στην ακμή της πετρελαϊκής παραγωγής των ΗΠΑ και άλλων χωρών σε συνδυασμό με μια μείωση στη ζήτηση από τις χώρες του ΟΟΣΑ ήδη από το δεύτερο μισό της προηγούμενης δεκαετίας. Ακόμα και αν είναι πρώιμη η αναγνώριση των ΗΠΑ ως μεγαλύτερου παραγωγού, θα μπορούσε να είναι εξίσου πρώιμος ο αποκλεισμός τεχνολογικών εξελίξεων που θα επέτρεπαν αυξημένη παραγωγή «σφιχτού» πετρελαίου στις ΗΠΑ και αλλού. Στο κάτω-κάτω, μόλις πέντε χρόνια πριν, κανείς δεν θα σκεφτόταν στα σοβαρά ότι οι ΗΠΑ θα παρήγαγαν αυτό το πετρέλαιο.
Έστω και έτσι, η Σαουδική Αραβία θα συνεχίσει να είναι ο ηγετικός παραγωγός ενέργειας στα επόμενα χρόνια, λόγω της ιστορίας που έχει στην μετριοπαθή τιμολογιακή πολιτική και στον αξιόπιστο εφοδιασμό.
(ο Μοχάμεντ αλ Σαμπάν είναι καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Βασιλέως Αμπντουλαζίζ στη Τζέντα. Διετέλεσε σύμβουλος στο σαουδικό υπουργείο Πετρελαίου)
Πηγή Financial Times
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου