Τρίτη 10 Αυγούστου 2010

Ο Σχεδιασμός για του Στόχους του 20-20-20 Θετικό Βήμα, Αλλά Απουσιάζει Σχέδιο για το Λιγνίτη


Η αρμόδια επιτροπή του Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ) παρουσίασε προ ημερών το σχεδιασμό της για την επίτευξη των στόχων του 20-20-20 που έχουν τεθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Το σχέδιο αποτελεί ένα θετικό βήμα προς τον εξορθολογισμό της εθνικής κλιματικής πολιτικής και την ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) που αποτελούν σημαντικό κεφάλαιο για τη χώρα. Παρ’ όλα αυτά για μια ακόμη φορά δεν διατυπώνονται συγκεκριμένες λύσεις για την ριζική μείωση των ρύπων διοξειδίου του άνθρακα από τις σχεδιαζόμενες μονάδες καύσης λιγνίτη, ενός ρυπογόνου καυσίμου που σύμφωνα με την έκθεση θα συνεχίσει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο ενεργειακό μείγμα τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του αιώνα.

Το σχέδιο θέτει ως στόχο τη συμμετοχή των ΑΠΕ κατά 20% στη συνολική τελική κατανάλωση ενέργειας και 40% στην ηλεκτροπαραγωγή, τη συμμετοχή κατά 10% των βιοκαυσίμων στις μεταφορές και 4% μείωση των εκπομπών αερίων φαινομένου του θερμοκηπίου έως το 2020. Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων πρόκειται να πραγματοποιηθούν επενδύσεις ύψους 22 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 16 δισ. ευρώ προς ενίσχυση της διείσδυσης των ΑΠΕ. Η επίτευξη των στόχων μέσω της αυξημένης διείσδυσης των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή θα έχει ως αποτέλεσμα την εξοικονόμηση 1,3 δισ. ευρώ τη δεκαετία 2010- 2020 από τη μείωση των αγορών δικαιωμάτων εκπομπών.

Η ενίσχυση των ΑΠΕ είναι ιδιαίτερα ελπιδοφόρα και σαφώς αναγκαία. Όμως ο σχεδιασμός του Υπουργείου αφήνει αναπάντητα ερωτήματα αναφορικά με τη στρατηγική αντιμετώπισης των οικονομικών και κλιματικών κινδύνων από το συνεχιζόμενο ρόλο του λιγνίτη στην ενεργειακή παραγωγή. Σύμφωνα με το σχεδιασμό, σχεδόν όλες οι λιγνιτικές μονάδες που λειτουργούν σήμερα θα αποσυρθούν έως το 2024. Όμως επιβεβαιώνεται η κατασκευή τριών νέων λιγνιτικών μονάδων από τη ΔΕΗ έως το 2024 στην Πτολεμαΐδα V (600 MW), στη Μελίτη II (450 MW) και στον Άγιο Δημήτριο 6 (600 MW). Η πρόβλεψη για συνολική ισχύ 2295 MW από καύση λιγνίτη το 2030, υποδηλώνει πως πρόκειται να κατασκευαστούν επιπλέον λιγνιτικές μονάδες που το σενάριο όμως δεν αναφέρει (βλέπε πίνακα 1).

Πράγματι η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και το έντονο ενδιαφέρον ιδιωτικών εταιριών για την κατασκευή λιγνιτικών μονάδων οδηγεί στο συμπέρασμα πως θα υπάρξουν και ιδιωτικές επενδύσεις στον τομέα του λιγνίτη έως το 2025. Ιδιωτικές εταιρείες έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για κατασκευή λιγνιτικής μονάδας στη Δυτική Μακεδονία και έχουν καταθέσει σχετικές αιτήσεις στην Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας. Οι κινήσεις αυτές πιθανώς δείχνουν πως ο νικητής του διαγωνισμού για την εκμετάλλευση των λιγνιτωρυχείων της Βεύης ίσως επιδιώξει την κατασκευή λιγνιτικής μονάδας στην περιοχή.

Παρά όμως το μακροπρόθεσμο ρόλο του λιγνίτη στην ενεργειακή παραγωγή της Ελλάδας, δεν έχει ακόμη διατυπωθεί κάποιο σχέδιο για το πώς η χώρα προτίθεται να αντιμετωπίσει τις αρνητικές περιβαλλοντικές και κλιματικές συνέπειες της καύσης του ρυπογόνου καυσίμου, αλλά ούτε και το διαρκώς αυξανόμενο κόστος της αγοράς δικαιωμάτων ρύπων. Η ΔΕΗ, η οποία έως τώρα είναι κερδοφόρος επιχείρηση, αναμένεται να έχει ζημίες 400- 500 εκατ. ευρώ ετησίως εξαιτίας του κόστους εκπομπής αερίων που θα φτάσει τα 800 εκατ. ευρώ σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της επιχείρησης Δρ. Αρθούρου Ζερβού .

Ένα σημαντικό εργαλείο για την ριζική μείωση του εκλυόμενου διοξειδίου άνθρακα από μεγάλες εστίες ρύπων, όπως τα λιγνιτικά εργοστάσια, είναι οι τεχνολογίες δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα ( CCS). Οι τεχνολογίες αυτές εξετάζονται σοβαρά από όλες τις χώρες του αναπτυγμένου κόσμου που σχεδιάζουν να συνεχίσουν την παραγωγή ενέργειας από την καύση άνθρακα. Η ΕΕ υποστηρίζει την τεχνολογία αυτή χρηματοδοτώντας την κατασκευή έως και δώδεκα ενεργειακών μονάδων με CCS έως το 2015. Χώρες όπως η Ισπανία, η Πολωνία και η Ιταλία αξιοποιούν τα εν λόγω κονδύλια για την κατασκευή μονάδων με CCS, ενώ κράτη όπως η Ουγγαρία και η Ρουμανία, επίσης προτίθενται να τα χρησιμοποιήσουν.

To ΥΠΕΚΑ δεν έχει ακόμη διατυπώσει οποιαδήποτε στρατηγική για τις CCS και η στάση του για τις εν λόγω τεχνολογίες παραμένει αμφιλεγόμενη. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της ΕΕ που δεν έχει πραγματοποιήσει σοβαρή έρευνα για να διαπιστώσει τη δυνατότητα αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα στο υπέδαφός της. Επιπροσθέτως η χώρα δεν έχει πραγματοποιήσει κανένα βήμα για τη ενσωμάτωση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για τη γεωλογική αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα( EΚ 2009/31). Η απραξία αυτή εύλογα οδηγεί στο συμπέρασμα πως οι νέες λιγνιτικές μονάδες θα κατασκευαστούν χωρίς πρόβλεψη δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα ( capture and storage ready), παρά τις σχετικές υποχρεώσεις της χώρας μας σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ.

Ο σχεδιασμός για του στόχους του 20-20-20 είναι πράγματι ένα σημαντικό πρώτο βήμα, αλλά για να γίνει πιο πειστική η προσήλωση του ΥΠΕΚΑ στη ριζική μείωση των ρύπων μακροπρόθεσμα απαιτείται κάποια πρόβλεψη και για την καύση λιγνίτη. Η Ελλάδα θα πρέπει να κινηθεί προς τη σοβαρή εξέταση της δυνατότητας γεωλογικής αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα κάνοντας χρήση εξωτερικών κονδυλίων, όπως αυτά του ΕΣΠΑ ή του ΕΟΧ, έτσι ώστε οι περιβαλλοντικές και οικονομικές συνέπειες να μη μεταφερθούν για μια ακόμη φορά στους πολίτες. Εάν αυτό δε συμβεί τότε η πολιτική ηγεσία καλείται να διατυπώσει εναλλακτικές στρατηγικές για τη ριζική μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τη συνεχιζόμενη λειτουργία λιγνιτικών μονάδων στη χώρα.

Ο Ηλίας Βαζαίος είναι σύμβουλος του Ιδρύματος Bellona

Πηγή energia.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου