Τρίτη 3 Αυγούστου 2010

Ενέργεια από την Ανακύκλωση

Η ανάπτυξη της αειφόρου διαχείρισης αποβλήτων στην Ελλάδα είναι κομβικής σημασίας.

Ειδικά για τα Αστικά Στερεά Απόβλητα (ΑΣΑ), έμφαση πρέπει να δοθεί στο συνδυασμό της ανακύκλωσης στην πηγή από τους πολίτες και της κομποστοποίησης προδιαλεγμένου οργανικού κλάσματος στην πηγή και η μετέπειτα θερμική επεξεργασία με ταυτόχρονη παραγωγή ενέργειας ηλεκτρικής ή/και θερμικής, με σκοπό την περαιτέρω μείωση του όγκου των υπολειμμάτων ανακύκλωσης, αλλά και την ανάκτηση του ενεργειακού τους περιεχομένου.

Οι μονάδες Ενεργειακής Αξιοποίησης Αποβλήτων μέσω θερμικής επεξεργασίας, συνολικής ετήσιας δυναμικότητας περίπου 150 εκατ. τόνων οικιακών απορριμμάτων παγκοσμίως, υπερβαίνουν τις 600 ακόμα και στο κέντρο μητροπολιτικών πόλεων (Παρίσι, Φραγκφούρτη, Βιέννη, Νέα Υόρκη κ.ά.). Από αυτές 432 μονάδες WTE είναι εγκατεστημένες στην Ευρωπαϊκή Ενωση, πολλές από τις οποίες (τουλάχιστον 50) κατασκευάστηκαν την τελευταία οκταετία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα μονάδας WTE αποτελεί η μονάδα Isseane στο Παρίσι, η οποία απέχει μόλις 2,5 χιλιόμετρα από τον Πύργο του Αϊφελ.

Αξίζει σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε πως η Στοκχόλμη και το Αμβούργο, οι πρώτες πόλεις που απέκτησαν τον τίτλο των «πράσινων πρωτευουσών» της Ευρώπης, έχουν ως κύρια μέθοδο επεξεργασίας των αστικών στερεών αποβλήτων τη θερμική επεξεργασία αποβλήτων με ταυτόχρονη παραγωγή ενέργειας σε συνεργασία με την ανακύκλωση στην πηγή.

Ενώ, όμως, η ενεργειακή αξιοποίηση των Αστικών Στερεών Αποβλήτων (ΑΣΑ) κερδίζει συνεχώς έδαφος στις αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης, στην Ελλάδα υπάρχουν αντιδράσεις με τα εξής βασικά επιχειρήματα:

*Είναι περιβαλλοντικά επικίνδυνη.

*Εμποδίζει την ανακύκλωση και κομποστοποίηση.

Ας δούμε τα δεδομένα για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της θερμικής επεξεργασίας των ΑΣΑ και ιδιαίτερα της εκπομπής διοξινών που αναφέρεται συνήθως ως ο μεγάλος κίνδυνος.

1 Τα εργοστάσια θερμικής επεξεργασίας λόγω των αυστηρών περιβαλλοντικών προδιαγραφών υπερικανοποιούν τα όρια που έχουν τεθεί τόσο από τις ΗΠΑ όσο και την Ε.Ε. (Οδηγία 2000/76), όχι μόνο για τις εκπομπές διοξινών αλλά και άλλων ρύπων, όπως βαρέων μετάλλων, οξειδίων του αζώτου και του θείου κ.λπ. Για τον ίδιο λόγο υπερέχουν από πλευράς εκπομπών σε σύγκριση με οιαδήποτε διεργασία που περιλαμβάνει καύση, όπως ατμοηλεκτρικά εργοστάσια που χρησιμοποιούν διάφορα είδη άνθρακα.

2 Οι ολικές ποσότητες των ρύπων είναι επίσης πολύ μικρές. Π.χ. ένα σύγχρονο εργοστάσιο θερμικής επεξεργασίας ενός εκατομμυρίου τόνων απορριμμάτων ετησίως παράγει λιγότερο από μισό γραμμάριο διοξίνες.

Σε αντιδιαστολή, η ανεξέλεγκτη και παράνομη καύση απορριμμάτων σε χωματερές παράγει πολύ μεγαλύτερες ποσότητες. Π.χ. η φωτιά του ΧΥΤΑ Ταγαράδες στη Θεσσαλονίκη το 2006 παρήγαγε τρία γραμμάρια τοξικών διοξινών κάθε μέρα, σύμφωνα με τον καθηγητή Μουσιόπουλο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Αλλά και το ολικό ποσό των εκπομπών σε χώρες όπου γίνεται ευρεία χρήση της θερμικής επεξεργασίας ΑΣΑ, όπως π.χ. Αμερική, Αυστρία, Γερμανία κ.λπ., είναι χαμηλότερο του 1% της συνολικής ποσότητας εκπομπών στη χώρα.

Είναι προφανές ότι η ενεργειακή αξιοποίηση μέσω θερμικής επεξεργασίας των υπολειμμάτων της Ανακύκλωσης και της Κομποστοποίησης (Α&Κ) δεν είναι ανταγωνιστική μέθοδος διαχείρισης απέναντί τους αλλά η διεθνής πρακτική αποδεικνύει πως συνυπάρχουν με επιτυχία. Η ανακύκλωση και η καύση λειτουργούν αρμονικά, όπως γίνεται σε όλο τον κόσμο. Επειδή μάλιστα Α&Κ αφήνουν πάντα υπόλειμμα, «αυτό ή θα ταφεί ή καεί». Αυτό δε αποτελεί το ισχυρότερο πλεονέκτημα των μεθόδων ενεργειακής αξιοποίησης, το οποίο είναι η παραγωγή σημαντικής ποσότητας ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας.

Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι η αυξημένη ανακύκλωση και κομποστοποίηση που εμφανίζεται σε πολλές χώρες απαιτεί ορισμένες προϋποθέσεις. Πρώτον, οι δημοτικές αρχές να παρέχουν τους απαραίτητους κάδους για τη συλλογή (κυρίως χαρτί και χαρτόνια, μέταλλα, γυαλιά και πράσινα απόβλητα), το οποίο δυστυχώς γίνεται σε περιορισμένο αριθμό δήμων της χώρας μας. Δεύτερον, ευαισθητοποιημένους πολίτες, οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να αφιερώσουν λίγο από το χρόνο τους για το διαχωρισμό αυτό. Και, τρίτον, την ύπαρξη αγορών για τα ανακυκλώσιμα.

Πέρα από την περιβαλλοντικά φιλική και ολοκληρωμένη διαχείριση, την οποία προσφέρει η θερμική επεξεργασία των απορριμμάτων, επιτυγχάνοντας 72%-80% μείωση του βάρους και 90% μείωση του όγκου τους, δίνεται η δυνατότητα παραγωγής ενέργειας σε μορφή ηλεκτρισμού της τάξης των 500-700 kWh ανά τόνο απορριμμάτων ή και σε μορφή θερμότητας για τηλεθέρμανση ή τηλεψύξη των γειτονικών περιοχών, υποκαθιστώντας ορυκτά και ρυπογόνα καύσιμα.

Μάλιστα οι μέθοδοι θερμικής επεξεργασίας αποκτούν ακόμα σημαντικότερο ρόλο, αφού σύμφωνα με τους ορισμούς που έχουν δοθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση, τη Διεθνή Ενωση Ενέργειας (International Energy Agency, ΙΕΑ), τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Βιομάζας (European Biomass Association, ΑΕΒΙΟΜ) και το Συνέδριο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (United Nations Framework Convention on Climate Change, UNFCCC), το μη διαχωρισμένο βιοαποδομήσιμο κλάσμα των αστικών απορριμμάτων θεωρείται βιομάζα και κατ' επέκταση Ανανεώσιμη Πηγή Ενέργειας (ΑΠΕ) υποκαθιστώντας ορυκτά καύσιμα (το λιγνίτη για τη χώρα μας).

Σύμφωνα με στοιχεία αντίστοιχων υπουργείων Περιβάλλοντος από χώρες της Ε.Ε. και δη τις πλέον ευαισθητοποιημένες σε θέματα περιβάλλοντος, το μη διαχωρισμένο βιοαποδομήσιμο κλάσμα των αστικών στερεών απορριμμάτων, το οποίο αναγνωρίζεται ως βιομάζα, κυμαίνεται κατά μέσο όρο περί το 50%. Μάλιστα σύμφωνα και με το νέο νόμο 3851/2010 για τις ΑΠΕ, αναμένεται να προωθηθούν ιδιαίτερα σχετικές επενδύσεις στη χώρα μας.

Καταλήγοντας, είναι ολοφάνερο και τεκμηριώνεται επιστημονικά πως η θερμική επεξεργασία απορριμμάτων με ταυτόχρονη παραγωγή ενέργειας είναι, σε συνεργασία με την ανακύκλωση στην πηγή και την κομποστοποίηση προδιαλεγμένου οργανικού κλάσματος, η μόνη τελική λύση διαχείρισης έναντι της υγειονομικής ταφής και όλων των άλλων μεθόδων επεξεργασίας που παράγουν ενδιάμεσα δευτερογενή προϊόντα (τα οποία χρήζουν περαιτέρω αξιοποίησης-διαχείρισης).

Επιπλέον, η συνεισφορά στο ενεργειακό ισοζύγιο της Ελλάδας είναι αρκετά σημαντική και απαραίτητη, ειδικά σε περιόδους αιχμής με το πλεονέκτημα πως η ενέργεια αυτή παράγεται από ΑΠΕ, συμβάλλοντας θετικά και στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής καθώς και στους στόχους της Οδηγίας 20-20-20, που έχει θέσει και η χώρα μας για την ελάττωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε συνδυασμό με την αύξηση της συμμετοχής των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας μας.

*Το Συμβούλιο Ενεργειακής Αξιοποίησης Αποβλήτων (ΣΥΝΕΡΓΕΙΑ, www.wtert.gr, www.synergia.com.gr) ιδρύθηκε τον Ιούλιο του 2008 από το Κέντρο Περιβαλλοντικής Μηχανικής (Earth Engineering Center) του Columbia University της Νέας Υόρκης. Απαρτίζεται από μέλη του Εργαστηρίου Θερμοδυναμικής και Φαινομένων Μεταφοράς της Σχολής Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ και μέλη του Εργαστηρίου Μετάδοσης Θερμότητας και Περιβαλλοντικής Μηχανικής του Τμήματος Μηχανολόγων Μηχανικών του ΑΠΘ. Επίσης συμμετέχει και η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Μονάδων Ενεργειακής Αξιοποίησης Αποβλήτων (CEWEP).

Η κεντρική ιδέα του Συμβουλίου είναι ότι μία στενή συνεργασία ακαδημαϊκών, ερευνητικών, δημόσιων και βιομηχανικών φορέων θα βοηθήσει την Ελλάδα να αναπτύξει την ενεργειακή αξιοποίηση αποβλήτων (Waste-to-Energy/WTE) μέσω μεθόδων θερμικής επεξεργασίας.

(από την εφημερίδα "ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ", 01/08/2010)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου