«O μεταλλευτικός κώδικας του 1973, όπως αναμορφώθηκε το 1974, δεν είναι για πέταμα, απεναντίας έχει πολλές θετικές διατάξεις». Τα παραπάνω επισημαίνει κρατικός αξιωματούχος με γνώση του αντικειμένου, την ώρα που στο ΥΠΕΚΑ επιτροπή υπό τον υφυπουργό, Μ. Παπαγεωργίου, αναμορφώνει το νομοθέτημα που επί δεκαετίες καθόριζε τις σχέσεις του κράτους με τους διαχειριστές δημόσιων και ιδιωτικών μεταλλείων. Τέτοιες διατάξεις είναι εκείνες που προστατεύουν το δημόσιο συμφέρον και επιβάλλουν τη διαχείριση της σχέσης μεταξύ κράτους και ιδιώτη κεντρικά. Ο,τι και να αποφασίσει για τα δικαιώματα η σχετική επιτροπή μέχρι το τέλος του μήνα, το τέλος στα ιδιωτικά μεταλλεία θα ισχύσει αναδρομικά από την 1/1/2013.
Ηδη, ο νόμος 4042/12 στο άρθρο 63 (ρύθμιση δικαιωμάτων μεταλλειοκτησίας) καθορίζει τα μισθώματα στα δημόσια μεταλλεία, δηλαδή τα χρήματα που παίρνει το κράτος από την εκμετάλλευση των μεταλλείων, ανάλογα με τον βαθμό επεξεργασίας του ορυκτού. Οσο λιγότερο επεξεργασμένο είναι το ορυκτό -από μία άποψη όσο μικρότερο είναι το επενδεδυμένο κεφάλαιο και όσο πιο πρωτόγονο είναι ένα ορυχείο- τόσο μεγαλύτερο μερίδιο παίρνει το κράτος ξεκινώντας από το 12%, εκεί που δεν υπάρχει η παραμικρή επεξεργασία, και προσεγγίζοντας το 1,5% επί του τζίρου, εκεί που υπάρχει και χημική επεξεργασία, όπως γίνεται στη ΛΑΡΚΟ. Το ποσοστό αυτό αναμένεται να ισχύσει και στις Σκουριές, αυτή τη φορά ως δικαίωμα του κράτους σε ένα ιδιωτικό μεταλλείο. Ο υπολογισμός επί του τζίρου σημαίνει πρακτικά ότι ακόμα και αν η επιχείρηση παρουσιάζει ζημίες, το κράτος θα εισπράττει. Η πρακτική να επιβάλλονται με αυτά τα κριτήρια τα τέλη υπέρ του κράτους είναι διεθνής. Η Γερμανία π.χ. επέβαλε «δικαίωμα» στον επιφανειακό λιγνίτη 10%, ενώ στην Ελλάδα η ΔΕΗ δεν καταβάλλει δικαιώματα για τον λιγνίτη. Στη Βενεζουέλα του Τσάβες το δικαίωμα για την εξόρυξη χρυσού ήταν 1%, ενώ στις ΗΠΑ ο ομοσπονδιακός μεταλλευτικός κώδικας χρονολογείται από το 1870, επί προέδρου Γκραντ. Μόλις τώρα λόγω δημοσιονομικού προβλήματος συζητούν οι Αμερικανοί για την ανάγκη να αντλήσουν ομοσπονδιακά έσοδα από την εξόρυξη.
Ηδη, ο νόμος 4042/12 στο άρθρο 63 (ρύθμιση δικαιωμάτων μεταλλειοκτησίας) καθορίζει τα μισθώματα στα δημόσια μεταλλεία, δηλαδή τα χρήματα που παίρνει το κράτος από την εκμετάλλευση των μεταλλείων, ανάλογα με τον βαθμό επεξεργασίας του ορυκτού. Οσο λιγότερο επεξεργασμένο είναι το ορυκτό -από μία άποψη όσο μικρότερο είναι το επενδεδυμένο κεφάλαιο και όσο πιο πρωτόγονο είναι ένα ορυχείο- τόσο μεγαλύτερο μερίδιο παίρνει το κράτος ξεκινώντας από το 12%, εκεί που δεν υπάρχει η παραμικρή επεξεργασία, και προσεγγίζοντας το 1,5% επί του τζίρου, εκεί που υπάρχει και χημική επεξεργασία, όπως γίνεται στη ΛΑΡΚΟ. Το ποσοστό αυτό αναμένεται να ισχύσει και στις Σκουριές, αυτή τη φορά ως δικαίωμα του κράτους σε ένα ιδιωτικό μεταλλείο. Ο υπολογισμός επί του τζίρου σημαίνει πρακτικά ότι ακόμα και αν η επιχείρηση παρουσιάζει ζημίες, το κράτος θα εισπράττει. Η πρακτική να επιβάλλονται με αυτά τα κριτήρια τα τέλη υπέρ του κράτους είναι διεθνής. Η Γερμανία π.χ. επέβαλε «δικαίωμα» στον επιφανειακό λιγνίτη 10%, ενώ στην Ελλάδα η ΔΕΗ δεν καταβάλλει δικαιώματα για τον λιγνίτη. Στη Βενεζουέλα του Τσάβες το δικαίωμα για την εξόρυξη χρυσού ήταν 1%, ενώ στις ΗΠΑ ο ομοσπονδιακός μεταλλευτικός κώδικας χρονολογείται από το 1870, επί προέδρου Γκραντ. Μόλις τώρα λόγω δημοσιονομικού προβλήματος συζητούν οι Αμερικανοί για την ανάγκη να αντλήσουν ομοσπονδιακά έσοδα από την εξόρυξη.
Στις σκανδιναβικές χώρες, που είναι οι πιο φιλικές για την εξόρυξη στον κόσμο αγορές, υπάρχει το δικαίωμα με τη μορφή παραβόλου επί των αδειοδοτήσεων, οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων δεν «εγκρίνονται» από κάποιον, απλά υποβάλλονται και παρακολουθείται η τήρησή τους.
Αν υλοποιηθούν καλύτερα από το στάνταρντ που η ίδια εταιρεία έχει θέσει και η δραστηριότητα ωφελήσει τα ταμεία συντάξεων, το κράτος «επιστρέφει» χρήματα στην ιδιωτική εταιρεία που εκμεταλλεύεται το ορυχείο. Το συγκρότημα της «Ελληνικός Χρυσός» με κύκλο εργασιών 46 εκατομμυρίων ευρώ το 2012 αποδίδει σε ασφαλιστικές εισφορές, ΦΜΥ και κοινωνική εταιρική ευθύνη στον τοπικό δήμο συνολικά 13,4 εκατομμύρια, ενώ από τζίρο 13 δισεκατομμυρίων, τα 3,6 δισεκατομμύρια (28,12%) υπολογίζεται ότι θα φθάσουν στα ταμεία του κράτους.
Ο υπολογισμός για τα ανταποδοτικά ύψους 1-1,6% που δίδονται στον Δήμο Αριστοτέλη βασίζεται σε έναν τύπο που συμπεριλαμβάνει έναν συντελεστή καθετοπoίησης της παραγωγής, τη διαφορά της μέσης ετήσιας τιμής μετάλλου από τη βασική τιμή μετάλλου (στον χρυσό 1.200 δολάρια/ουγγιά) διά της κλίμακας της διακύμανσης της τιμής.
(www.kathimerini.gr, 25/03/2013)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου