Τους κινδύνους για τη βιωσιμότητα της βιομηχανίας, λόγω του υψηλού ενεργειακού κόστους, επισημαίνει το ΚΕΠΕ στο δελτίο οικονομικών εξελίξεων Μαΐου.
Σε ανάλυση για το κόστος ενέργειας στην Ελληνική βιομηχανία (συντάκτης Βασίλης Λυχναράς), επισημαίνεται μεταξύ άλλων ότι τα πρόσφατα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση για τη μείωση του ενεργειακού κόστους προσφέρουν αισιοδοξία. Παρατηρεί ωστόσο ότι τα περισσότερα από αυτά έχουν κυρίως βραχυπρόθεσμο χαρακτήρα και έτσι δεν μπορούν να συμβάλλουν διαρθρωτικά στην αντιμετώπιση του προβλήματος.
Όπως τονίζεται χαρακτηριστικά, η ελληνική βιομηχανία αντιμετωπίζει σήμερα έντονες πιέσεις που έχουν οδηγήσει σε μείωση της ανταγωνιστικότητάς της έναντι των ευρωπαϊκών και διεθνών βιομηχανιών, με αποτέλεσμα τις αρνητικές συνέπειες στην εξωστρέφεια, αλλά και την ίδια τη βιωσιμότητά της.
Παρά το ότι η ελληνική βιομηχανία έχει να επιδείξει χαρακτηριστικά παραδείγματα κλάδων με έντονη εξαγωγική δραστηριότητα, όπως είναι η χαλυβουργία, η βιομηχανία αλουμινίου, η κλωστοϋφαντουργία κ.λπ., οι κλάδοι αυτοί σήμερα αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα βιωσιμότητας.
Ιδιαίτερα στις βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας, όπως είναι για παράδειγμα οι χαρτοβιομηχανίες, οι τσιμεντοβιομηχανίες, οι βιομηχανίες επεξεργασίας μετάλλου, στις οποίες το κόστος ενέργειας αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 30% του συνολικού κόστους μεταποίησης, οι υψηλές τιμές της ενέργειας έχουν ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις στο τελικό κόστος των προϊόντων και κατ' επέκταση στην ανταγωνιστικότητά τους.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έκθεσης, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας θα πρέπει να βασιστεί σε μια ξεκάθαρη και στοχευμένη μακροχρόνια ενεργειακή πολιτική σε συνδυασμό με μια ανταγωνιστική βιομηχανική πολιτική. Ως βασικούς άξονες ανάπτυξης του ενεργειακού τομέα, η έκθεση θεωρεί τα εξής:
· Ελαχιστοποίηση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας από υψηλού κόστους εισαγόμενες πηγές ενέργειας, όπως το αργό πετρέλαιο και το φυσικό αέριο.
· Οικονομική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στο πλαίσιο χαμηλών εκπομπών αερίων ρύπων.
· Εκσυγχρονισμός και ανάπτυξη υποδομών και δικτύων που συμβάλλουν στην αύξηση της οικονομικής αποδοτικότητας του συστήματος.
· Αξιοποίηση των ανταγωνιστικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας με υψηλή προστιθέμενη αξία για τη χώρα, όπως είναι ο κατασκευαστικός κλάδος, η βιομηχανία χάλυβα και αλουμινίου, οι ενεργειακές υπηρεσίες κ.λπ.
Η κατανάλωση ενέργειας στη βιομηχανία
Ένα άλλο σημείο που θίγει η έκθεση και το οποίο αντανακλά τη φθίνουσα πορεία που έχει η μεταποίηση στην Ελλάδα, είναι η κατανάλωση ενέργειας. Σύμφωνα με τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία της Eurostat, το 2012 η συνολική τελική ενεργειακή κατανάλωση της βιομηχανίας στην Ελλάδα αντιστοιχούσε περίπου στο 15% του συνόλου της χώρας. Το ποσοστό αυτό ήταν μειωμένο σημαντικά σε σχέση με το 2008 (20%), ως αποτέλεσμα της οικονομικής ύφεσης και ακόμα χαμηλότερο από τα επίπεδα του 2000 (24%).
Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον μέσο όρο των 28 κρατών μελών της ΕΕ ήταν σημαντικά υψηλότερα και παρουσιάζουν μεγαλύτερη σταθερότητα (26% για το 2012, από 27% το 2008 και 29% το 2000)
Παράλληλα, το 2012 η τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας της βιομηχανίας στην Ελλάδα αντιστοιχούσε στο 22% του συνόλου και μάλιστα τη συγκεκριμένη χρονιά παρουσίασε σημαντική μείωση από τα επίπεδα του 2008 (27%) και του 2000 (31%). Και σε αυτή την περίπτωση, το ποσοστό της τελικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στην ελληνική βιομηχανία κυμάνθηκε σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από τον μέσο όρο της ΕΕ που ήταν 36% για το 2012 και που είχε επίσης μειωθεί σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία (39% για το 2008 και 42% για το 2000).
Πηγή euro2day.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου