Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010

Η Απουσία Μακροχρόνιου Ενεργειακού Σχεδιασμού Εμπόδιο για την Ανάπτυξη

Το ναυάγιο της πολυθρύλητης επένδυσης στον Αστακό, πέρα από τις άσχημες εντυπώσεις που δημιουργεί για την εικόνα της Ελλάδος ως επενδυτικού προορισμού, είναι βέβαιο ότι επηρεάζει και την ίδια την ανάπτυξη που είναι το μέγα ζητούμενο στην αρνητική οικονομική συγκυρία που ευρίσκεται σήμερα η χώρα. Το ναυάγιο του Αστακού όχι μόνο εκτροχιάζει τις προσπάθειες της Κυβέρνησης για την προσέλκυση μερικών μεγάλων επενδύσεων, οι οποίες εάν πραγματοποιηθούν είναι βέβαιο ότι θα δράσουν ως μαγνήτης για την τόνωση του επενδυτικού κλίματος, αλλά ενισχύει το κλίμα απαισιοδοξίας και εσωστρέφειας που κατακλύζει πλέον την αγορά.

Και όμως, η επενδυτική τραγωδία του Αστακού θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί εάν υπήρχε ένα συντεταγμένο σχέδιο μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού, όπου τόσο οι προτεραιότητες από πλευράς αποδεκτών καυσίμων στο ενεργειακό ισοζύγιο θα ήταν γνωστές εκ των προτέρων, αλλά και ο σχεδιασμός των δικτύων, ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου θα ήταν προ πολλού καθορισμένος. Ένας σχεδιασμός ο οποίος θα είχε σαφείς ποιοτικές, ποσοτικές και γεωγραφικές παραμέτρους και κατευθύνσεις σε χρονική βάση δεκαετίας και εικοσαετίας. Ένας σχεδιασμός ο οποίος θα είχε διακομματική αποδοχή και άρα δεν θα μπορούσε ν’ ανατρέπεται με Υπουργικές ή πρωθυπουργικές αποφάσεις, αφού οιαδήποτε σοβαρή απόκλιση θα έπρεπε να έχει την έγκριση του νομοθετικού σώματος. Αρκεί να θυμίσουμε το φιάσκο του ΣΕΕΣ, όπου υπουργός της ίδιας κυβέρνησης (Φεβρουάριος 2009) με μονομερή απόφασή του ανέτρεψε εν μία νυκτί σχεδιασμό που είχε υιοθετήσει η ίδια η κυβέρνηση, μετά από μαραθώνιο διαβουλεύσεων και με την σύμφωνη γνώμη της τότε αντιπολίτευσης.

Ουδείς ασφαλώς υποστηρίζει ότι πρέπει να επιστρέψουμε στο παρελθόν, όπου ο ενεργειακός σχεδιασμός εγίνετο βάσει του ξεπερασμένου σοβιετικού κεντροποιημένου μοντέλου. Ευτυχώς, το ιδιωτικό σκέλος της ενεργειακής αγοράς στην Ελλάδα μεγεθύνεται προοδευτικά με στόχο την ισότιμη συμβολή στις εξελίξεις και στην ίδια την αγορά (βλέπε απελευθέρωση ηλεκτροπαραγωγής και εμπορίας φ. αερίου). Όμως ένας επιτελικός σχεδιασμός με ξεκάθαρες κατευθύνσεις και δεσμεύσεις ως προς το ενεργειακό μείγμα, τα αποδεκτά καύσιμα, την ανάπτυξη των δικτύων και τη μείωση των ρύπων, είναι αναγκαίος όσο ποτέ άλλοτε.

Επειδή ο ενεργειακός σχεδιασμός μίας χώρας και η εγκατάσταση ενεργειακών μονάδων, είτε αυτές αφορούν μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, αγωγούς φ. αερίου, δίκτυα, διυλιστήρια, τερματικούς σταθμούς LNG και αποθηκευτικούς χώρους φ. αερίου, ως και μεγάλες μονάδες ΑΠΕ, έχει σαφείς επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα και ανάπτυξη της περιφέρειας και ως εκ τούτου επηρεάζουν την ανάπτυξη όλης της χώρας, δεν μπορεί ν’ αποφασίζεται από ένα επιτελείο υπουργών και συμβούλων αγνοώντας τις γενικές κατευθύνσεις και προτεραιότητες μίας εθνικής ενεργειακής στρατηγικής. Στην περίπτωση του Αστακού είναι ξεκάθαρο, όπως προκύπτει από την post mortem εξέταση, ότι όχι μόνο δεν λήφθηκε υπ’ όψη ο γενικότερος ενεργειακός σχεδιασμός που σ’ ένα βασικό επίπεδο υπάρχει και έχει χαραχθεί από το ΥΠΕΚΑ, αλλά είναι βέβαιο ότι η πραγματοποίηση των φαραωνικών διαστάσεων έργου θα επηρέαζε καταλυτικά την ίδια την ενεργειακή κατεύθυνση της χώρας. Με την εισαγωγή ενός νέου καυσίμου ( LPG) και τη δημιουργία εκτενούς υποδομής δικτύων φ. αερίου και ηλεκτρισμού και την εμπλοκή στις διεθνείς ενεργειακές διασυνδέσεις της χώρας, που έχουν ήδη δρομολογηθεί και βαίνουν προς υλοποίηση (βλέπε αγωγός φ. αερίου ITGI και South Stream.), θα ανατρέπετο σ’ ένα μεγάλο βαθμό η τρέχουσα ενεργειακή πολιτική του ΥΠΕΚΑ.

Η έλλειψη ενός ξεκάθαρου μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού, με υπερκομματική κάλυψη και ισχύ, αποδεικνύεται για μία ακόμη φορά πραγματικό εμπόδιο στην αξιοποίηση του ενεργειακού δυναμικού της χώρας και στην ένταξη των ενεργειακών έργων και υποδομών ως αναπόσπαστο μέρος της αναπτυξιακής διαδικασίας. Και αυτό έχει μεγάλη σημασία γιατί ο ενεργειακός τομέας σε σύγκριση με άλλους (π.χ. υγεία, τουρισμός, γεωργία, τρόφιμα), παρά το αρνητικό οικονομικό κλίμα εξακολουθεί να κινείται με απόλυτα θετικούς ρυθμούς, με πολύ αξιόλογες επενδύσεις να ευρίσκονται σε φάση υλοποίησης και σχεδιασμού. Όμως με τραγελαφικές καταστάσεις όπως αυτή του Αστακού είναι αμφίβολο εάν θα διατηρηθεί για πολύ αυτή η δυναμική και εάν οι επενδυτές θα εξακολουθήσουν να έχουν εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση.

Αρκεί να σημειώσουμε ότι μόνο στην ηλεκτροπαραγωγή αυτή τη στιγμή κατασκευάζονται και θα λειτουργήσουν μέσα στους επόμενους δώδεκα μήνες τέσσερις (4) ιδιωτικές μονάδες συνδυασμένου κύκλου με καύση φυσικού αερίου, συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 1,600 MW, που αντιπροσωπεύουν (Ελληνικές και Ευρωπαϊκές) επενδύσεις (μαζί με αυτές των αρχικών δικτύων και των υποσταθμών) άνω του 2.0 δις. ευρώ. Μικρότερες μεν, αλλά διαρκείς επενδύσεις είναι σε εξέλιξη, ξεπερνούν το 1,0 δις. ευρώ (μέχρι το τέλος του έτους) και καλύπτουν την εγκατάσταση αιολικών και φωτοβολταϊκών δικτύων, υδροηλεκτρικών έργων, τηλεθέρμανσης, βιομάζας και παραγωγής υδρογονανθράκων. Σε βάθος δεκαετίας, δηλαδή μέχρι και το 2020, σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΙΕΝΕ οι συνολικές επενδύσεις στον ενεργειακό τομέα της χώρας μπορούν να ξεπεράσουν τα 35 δισεκ. ευρώ, εξασφαλίζοντας την μετάβαση σε ένα σημαντικά διαφοροποιημένο και λιγότερο ρυπογόνο ενεργειακό ισοζύγιο.

Όμως για να πραγματοποιηθούν αυτές οι επενδύσεις, μεγάλο μέρος των οποίων έχουν σχέση με τις ΑΠΕ και ενεργειακή αποδοτικότητα, οι οποίες και θα δημιουργήσουν άμεση και έμμεση απασχόληση και πολλές νέες θέσεις εργασίας, απαιτείται ένα σταθερό πλαίσιο και μία συνεπής ενεργειακή στρατηγική.Χωρίς αυτά δεν πρόκειται να επιτευχθούν ούτε οι στόχοι του 20-20-20, ούτε η χώρα ν’ αποκτήσει σύγχρονες ενεργειακές υποδομές. Θα παραμείνει για πάντα ουραγός και θα ονειρεύεται τα πετροδολάρια των εμίρηδων και των σεΐχηδων.

Πηγή energia.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου