Καθώς εντείνονται οι εξελίξεις στο Ρωσο-Ουκρανικό μέτωπο αλλά και στην Μέση Ανατολή αυξάνεται η ανησυχία για τον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης η οποία παραμένει σε πολύ μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία για το 2013 οι Ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών της ΝΑ Ευρώπης, εξαρτώντο ενεργειακά κατά 77% από εισαγωγές πετρελαίου και 51% από εισαγωγές φυσικού αερίου. Με βασικούς προμηθευτές των καυσίμων αυτών τις χώρες της Μ. Ανατολής και Βορείου Αφρικής και την Ρωσία. Δηλαδή οι χώρες που αυτή την περίοδο κλυδωνίζονται από κοινωνικές αναταραχές και ένοπλες συγκρούσεις, γεγονός που καθιστά επισφαλή την οποιαδήποτε πρόβλεψη για αδιάκοπη παραγωγή και κανονικότητα των ενεργειακών τους εξαγωγών προς την Ευρώπη.
Απ’ όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες η Ελλάδα ευρίσκεται σήμερα στην δυσμενέστερη θέση καθότι πέρα από την εκμετάλλευση των σημαντικών λιγνιτικών της αποθεμάτων και την περιορισμένη παραγωγή από ΑΠΕ- που θα μπορούσε να ήτο απείρως μεγαλύτερη εάν είχε ακολουθηθεί μία πιο συνεπής και σώφρον πολιτική- δεν παράγει σχεδόν τίποτε σε πετρέλαιο ή φυσικό αέριο ( με εξαίρεση την παραγωγή 2.500 βαρελιών την ημέρα από τον Πρίνο σε σύγκριση με την ημερήσια κατανάλωση της χώρας που ανέρχεται σε 287 χιλιάδες βαρέλια για το 2013). Παρά τις βαρύγδουπες εξαγγελίες και τα κατά καιρούς υπερφίαλα σχέδια που ανακοινώνονται από το ΥΠΕΚΑ η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα παραμένει από τις πλέον εξαρτώμενες χώρες του κόσμου σε εισαγωγές υδρογονανθράκων, αφού εισάγει το 99.2% του πετρελαίου και το 100% του φυσικού αερίου που καταναλώνει. Άρα, οποιαδήποτε ανωμαλία ή προσωρινή διακοπή στην τροφοδοσία θα δημιουργήσει ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα στην λειτουργία της ενεργειακής υποδομής της χώρας, πλήττοντας άμεσα την οικονομία και την υποτιθέμενη ανάκαμψή της.
Προς αντιμετώπιση μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης που όντως μπορεί να προκύψει κατά τους επόμενους μήνες, την περασμένη εβδομάδα πραγματοποιήθηκε ειδική σύσκεψη στο ΥΠΕΚΑ αφ’ ενός μεν για να γίνει μία εκτίμηση των κινδύνων και αφετέρου για να μελετηθούν άμεσα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπιση δυνητικών διαταραχών εφοδιασμού. Μεταξύ άλλων αποφασίστηκε η προετοιμασία ειδικής έκθεσης μέχρι τα τέλη Αυγούστου σχετικά με την προσομοίωση έκτακτων καταστάσεων ( stress tests). Όμως, τα γεγονότα τρέχουν πλέον με εκπληκτική ταχύτητα και πολύ φοβούμεθα ότι οποιαδήποτε πρόβλεψη θα ξεπεραστεί από τις καταστάσεις που θα διαμορφωθούν σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο, με την χώρα μας ανέτοιμη να αντιμετωπίσει την επερχόμενη γεωπολιτική θύελλα. Πιο συγκεκριμένα οι αδυναμίες της Ελλάδας στον ενεργειακό τομέα μπορούν να συνοψιστούν στις εξής:
(α) Στην περίπτωση του φυσικού αερίου, η χώρα εξαρτάται κατά 70% από εισαγωγές Ρωσικού αερίου και 15% από εισαγωγές Αζέρικου αερίου, μέσω Τουρκίας, με το υπόλοιπο 15% να παρέχεται μέσω LNG από την Αλγερία αλλά και spot αγορές. Σε περίπτωση διακοπής της ροής Ρωσικού αερίου μέσω Βουλγαρίας, οι πιθανότητες είναι ότι θα σταματήσει και η ροή από την Τουρκία, η οποία και αυτή θα πληγεί από τις δικές της εισαγωγές Ρωσικού αερίου μέσω Βουλγαρίας. Άρα, το σύστημα φυσικού αερίου θα πρέπει να βασισθεί αποκλειστικά στις εισαγωγές LNG, που όμως, λόγω της μεγάλης ζήτησης που θα δημιουργηθεί, θα είναι δύσκολη η εξασφάλιση επιπλέον (πέρα της Αλγερίας) ποσοτήτων από την διεθνή αγορά.
(β) Σε αντίθεση με όλες σχεδόν τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα δεν διαθέτει μόνιμους υπόγειους αποθηκευτικούς χώρους ανάλογους σε μέγεθος με την εγχώρια κατανάλωση φυσικού αερίου, η οποία το 2013 διαμορφώθηκε στα 3,6 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Ενώ υπάρχει διαθέσιμος χώρος στο εξαντληθέν κοίτασμα της Νοτίου Καβάλας στον Πρίνο, με εκδηλωθέν σοβαρό ενδιαφέρον για την μετατροπή του σε υπόγειο αποθηκευτικό χώρο φυσικού αερίου (πρόταση Energean Oil & Gas το 2011), μεγέθους περί του 1.0 δισεκατομμυρίου κυβικών μέτρων, το ΥΠΕΚΑ όχι μόνο δεν προώθησε το συγκεκριμένο έργο αλλά μεταβίβασε τα δικαιώματα στο ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο κατά την συνηθισμένη τακτική του έβαλε και επίσημα την ταφόπλακα στην όλη επένδυση.
(γ) Η υπάρχουσα αποθηκευτική δυνατότητα στο LNG terminal στην Ρεβυθούσα, μεγέθους 120,000 κυβικών μέτρων, επαρκεί μόνο για 18 ημέρες, το οποίο σημαίνει απόλυτα τακτικό ανεφοδιασμό, κάτι το οποίο δεν προβλέπεται από τον σχεδιασμό και τις προδιαγραφές του Ελληνικού συστήματος φυσικού αερίου, όπου το υγροποιημένο αέριο χρησιμοποιείται ανέκαθεν ως συμπληρωματική πηγή του όλου συστήματος, το οποίο εφοδιάζεται κυρίως μέσω συνεχούς ροής από τους βασικούς αγωγούς αερίου στο βόρειο τμήμα (Σιδηρόκαστρο, Κήποι). Στην δε περίπτωση διακοπής της ροής από την Ρωσία, όπως έχει συμβεί δύο φορές στο παρελθόν και εκτιμάται ότι θα συμβεί και τώρα, η Ελλάδα στο πλαίσιο Κοινοτικών Οδηγιών θα πρέπει να αναλάβει και τον εφοδιασμό της Βουλγαρίας σε φυσικό αέριο, η οποία δεν διαθέτει άλλες προσβάσεις, μέσω συστήματος αντίστροφης ροής που έχει ήδη εγκαταστήσει ο ΔΕΣΦΑ στην πύλη του Σιδηρόκαστρου. Καθίσταται λοιπόν προφανές ότι στην περίπτωση διακοπής της ροής φυσικού αερίου από την Ρωσία, η Ελλάδα θα βρεθεί σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση και θα υποχρεωθεί να περιορίσει σε μεγάλο βαθμό την παροχή αερίου προς την βιομηχανία, τις εμπορικές επιχειρήσεις, και τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής.
(δ) Αλλά και στον πετρελαϊκό τομέα τα πράγματα δεν είναι πιο ευχάριστα, αφού επικρατεί μεγάλος προβληματισμός και στους δύο διυληστηριακούς- πετρελαϊκούς ομίλους της χώρας (ΕΛΙΠΕ & Motoroil) αναφορικά με την εξασφάλιση επαρκών προμηθειών κατά τους επόμενους μήνες, αφού δεν αποκλείεται πλέον μία επιλεκτική μείωση εξαγωγών πετρελαίου από την Ρωσία (στο πλαίσιο αντίμετρων που πρόκειται να λάβει) απ όπου τα δύο ανωτέρω συγκροτήματα εισάγουν το 70% του αργού που διυλίζουν. Μία εξάρτηση που ασφαλώς δεν επεδίωξαν αλλά στην οποία εξαναγκάστηκαν μετά το Ευρωπαϊκό (αλλά Αμερικανικής έμπνευσης) εμπάργκο κατά του Ιράν το 2012 και εντεύθεν, κάτι που συνέβη σχεδόν παράλληλα με την κατάρρευση των εξαγωγών από την Λιβύη. Δύο χώρες οι οποίες και ήσαν παραδοσιακοί προμηθευτές πετρελαίου της χώρας μας. Το δε Ρωσικό πετρέλαιο ποικιλίας Urals αποτελεί και αυτό βασικό προϊόν καθότι τα Ελληνικά διυλιστήρια έχουν εδώ και χρόνια προσαρμόσει την παραγωγή τους στην επεξεργασία του έτσι που να επιτυγχάνουν υψηλή απόδοση με μεγάλη γκάμα προϊόντων.
(ε) Παρά το γεγονός ότι η εγχώρια κατανάλωση πετρελαϊκών προϊόντων έχει μειωθεί κατά 35% τα τελευταία 6 χρόνια ( 287 χιλιάδες βαρέλια την ημέρα ή 14.0 εκατομμύρια τόνους το 2013 σε σύγκριση με 435 χιλιάδες ή 21.7 εκατομμύρια τόνους το 2007) η συνολική διυληστική δυναμικότητα της χώρας ανέρχεται σήμερα στα 500 χιλ. βαρέλια, με αποτέλεσμα οι δύο όμιλοι να έχουν αναπτύξει σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα και έτσι να αποτελούν βασικό προμηθευτή των χωρών της ΝΑ Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου.
Αν και η Ρωσική κυβέρνηση δεν έχει ακόμη τοποθετηθεί επίσημα για την σειρά αντίμετρων που προτίθεται να λάβει, ως αποτέλεσμα των συνδυασμένων μέτρων ΗΠΑ- ΕΕ που ανακοινώθηκαν στις 29/7, οι πληροφορίες από τις μεγάλες Ρωσικές ενεργειακές εταιρείες κάνουν λόγο για αύξηση των τιμών σε πρώτη φάση και ακολούθως στην αλλαγή των όρων προμήθειας, με απαίτηση για προπληρωμή των παραδοτέων ποσοτήτων σε μηνιαία βάση. Ακόμη δεν αποκλείεται η επιλεκτική μείωση των προς εξαγωγή όγκων ενώ στην περίπτωση του φυσικού αερίου ήδη προεξοφλούνται εκτενείς διακοπές στην τροφοδοσία μέσω Ουκρανίας – απ’ όπου και διέρχονται οι αγωγοί προς Ρουμανία, Ελλάδα, Βουλγαρία και Τουρκία- λόγω της ήδη διακοπείσας από τον Ιούνιο τροφοδοσίας της Ουκρανίας. Αποκομμένη από τις απευθείας παραδόσεις Ρωσικού φυσικού αερίου, εκτιμάται βάσει της υπάρχουσας εμπειρίας, ότι η Ουκρανία με την έλευση του χειμώνα θα καταφύγει στην συνήθη της τακτική απορρόφησης μέρους των ποσοτήτων που προορίζονται προς πελάτες τηςGazprom προς την Κεντρική και ΝΑ Ευρώπη.
Τα Ρωσικά αντίμετρα από τη μία και μία πιθανή μείωση της παραγωγής πετρελαίου στο Ιράκ, κατά τους επόμενους μήνες, όπου η επέλαση του Χαλιφάτου απειλεί ήδη τις νότιες επαρχίες και την Μπάσρα, αναμένεται ότι θα έχουν ένα ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο στην παγκόσμια ενεργειακή αγορά με άμεσες επιπτώσεις στις τιμές. Στο δε ενδεχόμενο περαιτέρω περιορισμού της παραγωγής των χωρών μέσω του OPEC, όπως ήδη προεξοφλείται από αρκετούς αναλυτές, σε συνδυασμό με την μείωση των Ρωσικών εξαγωγών αργού, θα δημιουργηθεί μια εκρηκτική κατάσταση στο μέτωπο της παραγωγής και προμήθειας. Γι αυτό καλό είναι να ετοιμαζόμαστε για ένα μάλλον δύσκολο χειμώνα.
Πηγή energia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου